Με πολύ φιλότιμες προσπάθειες επιχειρούσα να εξηγήσω σε έναν φίλο από τους «έξω» τι εστί facebook. Απλά πράγματα. Είναι σαν ένα καφέ , του έλεγα παραστατικά, όπου συναντάς φίλους , οι οποίοι δεν είναι ανάγκη κιόλας να είναι εκεί τη στιγμή που είσαι εσύ, αρκεί που έχουν αφήσει τα ίχνη τους, ας πούμε μια εφημερίδα με τσαλακωμένη σελίδα και υπογραμμισμένη μια φράση κλειδί. Ήταν η μυθιστορηματική μου εξήγηση, που δεν σημείωσε καμία επιτυχία- το βλέμμα απορίας δεν είχε κουνηθεί ούτε μια σπιθαμή. Κοίτα του λέω, είναι σαν γνωριζόμαστε πολλοί άνθρωποι, ο ένας να φέρνει κι άλλους στην παρέα. Και αν θέλεις τους στέλνεις μέιλ και τους λες επίσης ό,τι θέλεις και αν θέλουν να γράψουν στο funWall ,που είναι μια άσπρη οθόνη, τίποτε μπερδεμένο μην φανταστείς. – Επίσης μπορείς να γράφεις τι κάνεις εκείνη τη στιγμή και τι σου δίνει στα νεύρα . Μετά παίρνεις πόντους (σου δίνουν οι άλλοι, εννοώ) για το πόσο κουλ είσαι ,ή τι καρτούν είσαι (ποιόν κρύβεις μέσα σου τον Μπάγκς Μπάνι ή τον Ντόναλντ Ντακ)ή μπορείς να γίνεις μέλος της ομάδας ‘υπέροχα κέικ’.
Τίποτε από αυτά δεν τον συγκινούσε. Ξέρεις του λέω μπορείς να στέλνεις λουλούδια, τραγούδια, βίντεοκλιπ (για dvd ούτε λόγος). Πίστεψα πως σε αυτό θα τσιμπούσε. Μπα. Τι λουλούδια; Με ρωτάει. Ηλεκτρονικά, μπουκέτα ολόκληρα. Μπορείς να κάνεις και τεστ ‘τι ξέρεις από ταινίες’ ή να στηρίξεις μια ομάδα –τους πράσινους , πχ που φυτεύουν δέντρα. Το πράγμα,, θα εκπλαγείς, πόσο γρήγορα διαδίδεται. Φτιάχνεις και το προφίλ σου , του εξηγώ κι αν θες ανεβάζεις και φωτογραφίες, όπως παλιά ξεφύλλιζες τα άλμπουμ και καμάρωνες για τις διακοπές στο Καμάρι. Νόμιζα ότι τον «είχα». Λάθος μου. Το είδα στο πρόσωπο του- κανένας χώρος για facebook. Οπότε είπα να βγω καθαρά. Πρόσεξε να δεις του λέω. Είναι κάτι εντελώς άχρηστο. Όπου διάφοροι άνθρωποι τσιγκλάει (poke) ο ένας τον άλλον. Αυτό. Κάτι άστραψε στο βλέμμα του. Πλάκα έχει, μου λέει. Το φοβόμουν, του απαντάω εγώ.