Ο ήχος της πόλης επιστρέφει
Είναι σαν το ρολόϊ να γύρισε πίσω στα 90ς .O ήχος της πόλης ντύνεται «drum n’ bass” σε συνδυασμό με όλα τα νεα αξεσουάρ της μόδας. Στην νέα τάση και η ελληνική σκηνή, υποδέχεται τους πρωταγωνιστές, κόβει και ράβει.
Αυτή τη στιγμή το drum n bass κύμα – διακριτικά , αλλά επίμονα- σε βγάζει στις νέες παραγωγές των Σουηδών , των Αμερικάνων, των Βραζιλιάνων και τα ανατρεπτικά ρεμίξ των άγγλων που σαλπάρουν πότε σε κομμάτια της Goldfrapp, πότε στο “Grace Kelly’ του νέου σταρ της ποπ Μίκα, πότε στα πονήματα των ρόκερ wolf and cub από Αυστραλία μεριά. Όλος ο κόσμος μια drum’ n bass (υπόγεια) σκηνή; Ισως.
« Είναι πολλά πράγματα , τόσα πολλά πράγματα που αλλάζουν στη μουσική συνεχώς. Αλλά το πιο ευχάριστο ανάμεσα σε αυτά, είναι πως ξεφυτρώνουν καινούργιες ιδέες. Όπως είναι και ο τρόπος που ακούς τα παλιά. Ποτέ, ας πούμε, δεν βρίσκω εκτός χρόνου, έναν Τσικ Κορία.». Το λέει κάποιος που έχει κατακτήσει εδώ και χρόνια το δικαίωμα να εκφέρει άποψη περί τα μουσικά -και η άποψή του να είναι σεβαστή- ο LTJ Bukem, από τους ‘δημιουργούς’ του ήχου που έχει καταγραφεί ως drum n’ bass και βασικός παίκτης της σύγχρονης μουσικής σκηνής .Ο Μπούκεμ βρέθηκε πριν από λίγο καιρό στην Αθήνα, για το δικό του (μεγάλο) μερίδιο μιας αναγέννησης του drum’ n bass στα μέρη μας. Δεν είναι ευσεβείς πόθοι. Φαίνεται πως είμαστε συντονισμένοι με τον βρετανικό «ήχο της πόλης» και τις τελευταίες εξελίξεις στο βραζιλιάνικο (ακριβώς !)μουσικό χάρτη. Εκεί μιλάνε συγκεκριμένα για «sambass.» Εντός ολίγου καταφθάνει στην Αθήνα , ο σταρ Γκόλντι και το drum ‘ n bass σκηνικό ζεσταίνεται για τα καλά.
«Κατά βάθος πιστεύω πως παραμένει μια underground μουσική”- πατάω το on και ο Μπούκεμ συνεχίζει. « Όμως έχει το χαρακτηριστικό πως βρίσκει τρόπους και περνάει μέσα από διαφορετικά είδη.» Εδώ και είκοσι περίπου χρόνια ο Μπούκεμ είναι στις επάλξεις , με τις παραγωγές στο στούντιο, την Good Looking ετικέτα του και τα πρότζεκτ που τρέχουν συνεχώς. Θυμάται πολύ καλά την πρώτη εμφάνισή του στην Αθήνα- στα 90ς- του αρέσει που κρατάει επαφή. «Πιστεύω πως δεν έχουμε χάσει τη βασική μας αρχή που είναι να προσέχουμε πολύ το προϊόν, την μουσική μας. Αυτό έχει μείνει απαράλλαχτο όλα αυτά τα χρόνια.» Πώς ξεκίνησαν όλα αυτά; «Είναι αστείο –λέει ο Μπούκεμ- ξεκίνησαν κάπως σαν εθελοντική εργασία;» Ορίστε; «Ο πατέρας μου δούλευε στα καταστήματα boots ,όπου πήγαινα και εγώ να βοηθήσω , σκουπίζοντας , καθαρίζοντας τέτοιες δουλειές. Η αμοιβή μου ήταν η μουσική που άκουγα, καθώς τα καταστήματα είχαν αρχίσει να πουλάνε και cds. …Μεγάλωσα μια εποχή που άκουγα Jam και Clash και πολύ ρέγκε…Και μετά λάτρεψα τη τζαζ, τον Τσικ Κορία, τον Χέρμπι Χάνκοκ, όλους αυτούς τους μεγάλους.» Θέλει να πει πως η μουσική τελικά είναι μία ; «Δύο- απαντά- η καλή και η κακή.»
Γκόλντι
Από τον Τζέιμς Μποντ και το the world is not enough και τις «κακές παρέες» του στο γκανγκστερικό snatch του Γκαϊ Ρίτσι, ο Γκόλντι επιστρέφει σε κάτι που, ουσιαστικά, δεν ξέχασε οτέ. Στην drum’n bass και γεμάτη breaks πατρίδα του, τη μουσική. Η αίσθηση του είναι πως ποτέ δεν έφυγε από εκεί. «Η αλήθεια είναι πως πολύς κόσμος αναρωτιόταν τι κάνω, πού βρίσκομαι, αλλά στην πραγματικότητα ξέρουν πού θα με βρουν. Αλλά τα πράγματα γίνονται όλο και πιο ενδιαφέροντα.» Μπορεί να έχει περάσει καιρός από το θρυλικό Terminator (του 1992) αλλά ο τόπος σήμερα είναι σπαρμένος breakbeats ακόμη και στα πιο εμπορικά χιπχοπ κομμάτια. Ο Γκόλντι (ίσως και για να ξεκολλήσει λίγο από τη μεγάλη οθόνη (όπως γράφει ο Independent περιγράφοντας την αναγέννηση του drum ‘n bass) ξεσκονίζει τη 90ς εικόνα του με την ‘σημαία’ της Reinforce και ως Rufige Kru , με το σχετικά καινούργιο «Monkey Boy”, και στιλιστικές αναφορές στη χρυσή εποχή του drum ‘n bass. Στα πικάπ της Αθήνας έρχεται να δώσει ένα γερό δείγμα από την άνοιξη του «ήχου της πόλης» Ένα πολύ καλά ενημερωμένο urban κοινό περιμένει τις προτάσεις του. « Πιστεύω (λέει όταν τον ρωτούν για τις εξελίξεις στη μουσική) πως δεν αναλύουμε πολύ τη νέα τεχνολογία. Καταλαβαίνουμε δηλαδή πως έχουμε εύκολη πρόσβαση, αλλά δεν αφήνουμε τα δικά μας ίχνη.» Ίσως και αυτό αλλάζει σιγά σιγά. Το θέμα ,επιμένει ο Γκόλντι, είναι να βλέπεις πάντα ολόκληρη την εικόνα.
>>Jungle, ή όπως έλεγαν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η βρετανική απάντηση στο αμερικάνικο ραπ και χιπ χοπ, στα χέρια του Μπούκεμ ανακατεύτηκε με τζαζ και άμπιεντ και κατέληξε στα μεγάλα ακροατήρια.
«Ο Μπούκεμ είναι ο μουσικός μου πατέρας» λέει ο Junior Sp., «παιδί του Άλσους», όπως αρκετοί ακόμη από τους πιο δραστήριους της ντανς σκηνής σήμερα στην Ελλάδα. Εκεί τότε, βλέπετε, έπαιξαν όλοι… όλοι αυτοί που σήμερα κατεβαίνουν με τις πιο ακριβές παραγωγές. Και οι Beatles σε κάτι τρύπες στο Αμβούργο ξεκίνησαν.
«Θυμάμαι τη σκηνή σαν τώρα. Ο Μπούκεμ βγήκε με το χέρι του δεμένο και έπαιξε τα πάντα. Ήταν για μένα σαν Μεσσίας. Αποκάλυψη!». Και ο Sp. δεν ήταν ο μόνος. Ο Μπούκεμ ανήκει στην ελίτ εκείνων που με τις κυκλοφορίες στις ετικέτες του «Good Looking» και «Looking Good», και με τις δουλειές του στο «Speed» έγραψε ιστορία.
είδους. Μια υπόγεια κουλτούρα, που κρατάει σταθερά και κερδίζει προτιμήσεις. Ο Sp. έχει, πάντως, εικόνα. «Η αλήθεια είναι πως δεν ταιριάζει πολύ στην κουλτούρα του Έλληνα, γιατί, όταν βγαίνει, συνήθως δεν βγαίνει για να ακούσει μουσική. Και το ντραμ εν μπέις τον κουράζει να εξερευνήσει κάτι που δεν είναι οικείο. Δυστυχώς έχει πέσει και θύμα κακών συγκυριών. Είμαι όμως αισιόδοξος, αν και υπήρξαν αρκετές φορές που σκέφτηκα να αποχωρήσω γιατί απογοητεύτηκα. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που ασχολήθηκαν σοβαρά. Παρατηρώ όμως τελευταία τον κόσμο να ψάχνει, να αρχίζει να ενδιαφέρεται πιο πολύ, να αναζητάει και μικρότερους χώρους και η μαύρη μουσική να αρχίζει να περνάει πιο εύκολα