Ποιος νοιάζεται; Τελικά κανείς. Όλοι κόβονται όταν κάτι τρέχει. ΄Όταν κάτι τρέχει και πέφτουν τα φώτα πάνω του ακόμη πιο πολύ –τότε όλοι γίνονται φωτογενείς και δραστήριοι. Υπερ-δραστήριοι. Μια μέρα όμως ξυπνάς και σου λένε ‘ξέρεις, δεν έπιασε ,δεν δούλεψε η σχέση, παίξαμε και χάσαμε βρε αδελφέ, μπορεί και εσύ να μη δούλεψες σωστά, κλείνει το μαγαζί, αντίο. Από τη μεγάλη εφημερίδα , ως το μικρό μαγαζάκι στη γωνία. Δεν το είχες σχεδιάσει έτσι. Ε, δε θα σε ρωτήσουν κιόλας. Σόρι ντε.
Εσύ (κοντινό πλάνο τώρα) με το «σόρι» τους στο χέρι. Mπορεί και χωρίς αυτό- γιατί συνήθως αυτό χάνεται στη μετάφραση (από την γλώσσα του αφεντικού στη γλώσσα τη δική σου). Στον αέρα, λοιπόν. Σε τετ-α-τετ δραματικό με την επόμενη μέρα. Και είχες πάρει και το δάνειο. Αυτά και άλλα σαν και αυτά, συμβαίνουν τακτικά. Μόνο που τον λογαριασμό, τον πληρώνει πάντα η ίδια πλευρά. Κι ας φαίνεται πως ο άλλος είναι
, φίλε μου, ο γαλαντόμος. Ωραίος καιρός και άλλα λόγια. Να περνάμε καλά, να πάμε μπροστά, δεξιά κι αριστερά ,εδώ κι εκεί. Συναίσθημα – το ξέρεις δα- δε χωράει στις εργασιακές σχέσεις. Βλάπτει σοβαρά την παραγωγή. Αντί γι’ αυτό, βοηθάει πολύ, όλα να φυλάσσονται προνοητικά στην κατάψυξη. Ξεπαγώνουν αυτόματα- σαν τις αποφάσεις του αφεντικού- σερβίρονται ενώ είναι ακόμα παγωμένα, και υποχρεωτικά καταναλώνονται αμέσως και επί τόπου. Όλο και πιο πολύ, πιο συχνά, πιο στυγνά, πιο αεράτα. Στον καινούργιο κόσμο (όπως και στον παλιό) κάποιος άλλος έχει την τελευταία λέξη.
Δουλειές ,πάντως, θα υπάρχουν πολλές. Αρκεί να μη θέλεις πολλά, να δίνεις περισσότερα και να μην ξοδεύεσαι αλλού, γιατί σε θέλουν όλο δικό τους. Δε λες που έχεις και δουλειά; Ενώ η πόλη γύρω γίνεται Ghost Town ξανά, διαφημιστικά για delivery πίτσας και παλιοί λογαριασμοί σκονίζονται κάτω από σφραγισμένες βιτρίνες, και ο κόσμος ψάχνει την άκρη.
Κάπως έτσι, που λέτε, τελειώνει ο Ιούνιος, και εμείς κοιτάμε μπροστά με αντηλιακό και δείκτη προστασίας για ένα ξένοιαστο, ανάλαφρο καλοκαίρι. Μήπως νοιάζεται κανείς ;