To πιο κουλ πράγμα αμέσως μετά τα βινύλια, είναι τα βιβλία. Είναι τόσο κουλ, γι΄ αυτό και ταιριάζουν πάρα πολύ με το καλοκαίρι- δροσιάαλλά αν είσαι ωραίος τύπος, δεν περιμένεις να πιάσουν οι ζέστες για να ανοίξεις βιβλίο, εκτός και αν το θέλεις μόνο για να σου κάνει σκιά, αλλά δεν ξέρεις τι χάνεις μέχρι να το ανοίξεις και αρχίσεις και να διαβάζεις. Ίσως μερικές φορές- το έχω υπόψη μου- να μη χάνεις και πολλά πράγματα, αλλά σήμερα θα πω μόνο τα καλά. Χωρίς λόγο, έτσι.
Πρώτα πρώτα, μυρίζουν υπέροχα. Μα και βέβαια μπορείς να αγοράσεις ένα βιβλίο από τη μυρωδιά του, αυτή που βγαίνει από το χαρτί και το μελάνι, αν και νομίζω πως μερικές λέξεις επίσης έχουν αρώματα. Υπάρχουν συγγραφείς που το καταφέρνουν αυτό, να ποτίζουν τις λέξεις τους πότε με θαλασσινό αέρα, πότε με εκείνη την ξινή μυρωδιά που βγάζουν τα εργοστάσια, ή με τα ακριβά αρώματα των γυναικών, ή με την τσίκνα από τα «βρώμικα» που πουλάνε στις καντίνες έξω από τα γήπεδα, ανάλογα με την ιστορία.
Τίποτε πιο κουλ, νομίζω, από τα βιβλία της παραλίας, και όλα μπορεί να γίνουν βιβλία της παραλίας, δεν παίζει ρόλο το περιεχόμενο. Τα παίρνεις μαζί σου και ας είναι βαριά με πολλές σελίδες. Έτσι κι αρχίσεις και διαβάζεις- αυτό το έχω τσεκάρει που σου το λέω- είναι το τελευταίο πράγμα που θα θέλεις να αφήσεις. Μην αφήσεις όμως ούτε το αντηλιακό, γιατί ταιριάζει πάρα πολύ με το βιβλίο. Τα αγαπημένα μου βιβλία όλα σχεδόν έχουν μια εσάνς αντηλιακού- όχι επειδή έτυχε να τα διαβάσω καλοκαίρι- αλλά και επειδή ήταν αγαπημένα μου και τα πήρα μια βόλτα καλοκαιρινή. Κάποια έχουν και λίγη άμμο, άλλα λίγο περισσότερη, μερικά πιστεύω διψάνε για άμμο, αλλά ξέρω, αυτό είναι ιδέα μου μόνο. Τέλος πάντων, έχω μαζέψει κάμποσα βιβλιαράκια και περιμένω στο ταμείο του βιβλιοπωλείου (τι καταπληκτικά μέρη τα βιβλιοπωλεία και έξτρα κουλ, ανεξάρτητα από την απόδοση του κλιματιστικού τους) για να πληρώσω. «Αυτά όλα», λέω στην κοπέλα, «και αν μπορείτε βάλτε και λίγο ελεύθερο χρόνο στον λογαριασμό». Λοιπόν, να ξέρετε, ο χρόνος είναι δωρεάν.