ΤΟ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ: Να βγω έξω να κάνω μια βόλτα- όχι μακριά- έτσι λίγο γύρω από το τετράγωνο και να γυρίσω. Ή να κατέβω κάτω, να πάρω καφέ, να ανέβω γρήγορα και να συνεχίσω το γράψιμο; Το δεύτερο. Να συνεχίσω το γράψιμο. Πού να τρέχεις έξω; Κάνει και ζέστη.
Φρέντο, με πολύ λίγη ζάχαρη. Διπλό. Μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή, το ποτήρι, γαλάζιο καλαμάκι. Ησυχία, ακούγονται μόνο τα πλήκτρα.
Εξω, αδειάζει η Αθήνα, αλλά δεν της φαίνεται. Φαίνεται λίγο αλλοπρόσαλλη η κίνησή της, όπως όταν βάζεις εμπόδια στις ορδές των μυρμηγκιών και αυτά μπερδεύονται, πάνε πίσω, το ένα από τη μία, το άλλο από την άλλη, μέχρι να ξαναβρούν τον δρόμο τους και να επιστρέψουν.
Η παραλιακή έχει κίνηση. Οδηγώ στη μεσαία λωρίδα, γνωστή και ως η λωρίδα των κινητών τηλεφώνων. Μην ομιλείτε στον οδηγό όταν εκείνος μιλάει στο τηλέφωνο. Στο Φάληρο έχει αρχίσει και φυσάει νοτιάς. Ανοίγω το παράθυρο να μπει αέρας. Σκέφτομαι εναλλάξ: αν έδωσα την κειμενολεζάντα και τι θα φάμε σήμερα. Επίσης σκέφτομαι ότι όλοι είναι στους δρόμους, όπως στην ταινία με τον Τομ Κρουζ και τη μικρή Ντακότα- απλά λίγο πιο χαλαροί. Τουλάχιστον δεν έχει συμβεί ο πόλεμος των κόσμων (όσο μπορεί να ξέρει κανείς δηλαδή). Πόσων χρονών να είναι η Ντακότα τώρα;
Τώρα οδηγώ κάνοντας γύρους για να βρω θέση να παρκάρω. Κόσμος στο Παγωτό. Αλλος για βανίλια Μαδαγασκάρης; Ολοι, πάντως, συνεπείς στο ραντεβού των βερμούδων. Σε όλα τα χρώματα και σε όλα τα σχέδια. Αν δεν φοράς βερμούδα, να δεις που θα σου κόψουν το παντελόνι- υποχρεωτικά. Μυρίζω τόσο αντηλιακό στον αέρα (Νοτιάς) που σίγουρα θα υπάρχει και σε γεύση παγωτού. Μου ξανάρχεται στο μυαλό το κειμενάκι που ξέχασα. Τώρα πρέπει να κάτσω, να γράψω, να στείλω. Εmail- ευχή και κατάρα. Ευχή, ευχή. Οπως λέμε «καλές διακοπές», ραντεβού τον Σεπτέμβρη. Μπορεί να φοράς και τότε βερμούδα, απλά δεν θα είναι υποχρεωτικό.