Ψέµατα δεν θα πω। ∆εν θέλω να κερδίσει ο καλύτερος, θέλω να κερδίσουµε εµείς. Και κατά προτίµηση να είµαστε και οι καλύτεροι. Για την ακρίβεια, θέλω να κερδίσουµε όλα τα παιχνίδια που µένουν ακόµα και να κάνουµε µια τρελή φαντασµαγορική κούρσα ώς το τέλος µε µια οµάδα που να ζωγραφίζει στο γήπεδο, να βγάζει σπίθες και γκολ. Και να παραδίδει και µαθήµατα στυλ, µια και είµαστε καλοί και σε αυτόν τον τοµέα. Αυτά θέλω πάνω. Αυτό που είδα όµως προχθές βράδυ στην τηλεόραση, το παιχνίδι Αρσεναλ – Μπαρτσελόνα, µε κάνει να θέλω (ή να ονειρεύοµαι – όπως θες πες το) ακόµη πιο πολλά. Παιχνίδι µαγικό. Τι; ∆εν ήταν ντέρµπι αυτό; ∆εν είχε έχθρες στην κερκίδα; ∆εν είχε φορτισµένο κλίµα, δεν είχε ηλεκτρισµό που, αν άπλωνες το χέρι σου στον αέρα, θα σε πέταγε ίσαµε απέναντι; Ολα τα είχε. Πακέτο έντασης υπερπλήρες. Μήπως αυτό εµπόδισε τις φάσεις; Ισα ίσα. Εβλεπες την Αρσεναλ να χορεύει στις αντεπιθέσεις της σαν να γιόρταζε την άνοιξη στη Ράµπλας, έβλεπες και την Μπάρτσα να κάνει τα δικά της, τα κλασικά, που κάνει απλά η καλύτερη οµάδα κόσµου – όλε! Κυνηγούσαν την µπάλα, όχι τον αντίπαλο, κατέβαζαν το παιχνίδι στο γρασίδι, είχαν µοιρογνωµόνιο στις πάσες τους, έπεφταν και ξανασηκώνονταν και έτρεχαν – όλοι. Ποδόσφαιρο απόλαυση, που δεν ήθελες να τελειώσει. Τέτοια ώρα (πριν το ντέρµπι) τέτοια λόγια. Ο οπαδός – εαυτός µου είναι ήδη στην κερκίδα και φωνάζει. Οσο «φωνάζουν» και οι µεγάλες οµάδες στο µυαλό µου. Για το παιχνίδι και την απόλαυση. Και τη χαρά που θα κάνω όταν σφυρίζει τη λήξη και κερδίζει η οµάδα.