Kαλά νέα. Ολοι εκείνοι οι λόγοι που κλώτσαγαν για µένα στους Radiohead εδώ δεν υπάρχουν. Εδώ, περνάµε ωραία. Εδώ αφήσαµε τα µεγάλα λόγια και πιάσαµε τα έργα. Εδώ κάτι συνέβη – ποιος ξέρει τι; (µπορεί και οι πλανήτες να µπήκαν σε καλή τροχιά) _ και οι Radiohead ξαλάφρωσαν από τις µεγάλες προσδοκίες. Μήπως και τις έχει κανείς πια;
Είναι οι funky Radiohead µιας εποχής που δεν ψάχνει σώνει και καλά νόηµα, αλλά µπορεί να τυλίξει σε γαϊτανάκι µια λούπα επειδή ακούγεται σωστά. Τους προτιµώ έτσι, ηλεκτρονικούς, µε σπασµένα beats, µε την ανέφελη παράδοσή τους ακόµη στον µύλο του «Give Up The Ghost».
Φυσικά και δεν περιµένω να ακούσω το dubstep από τον Τhome York, αλλά έχει ενδαφέρον το πώς παίζει το παιχνίδι. Σαν να ρίχνει τη σβούρα στο πάτωµα και µετάνα ξεχνιέται χαζεύοντας τις στροφές που παίρνει ώσπου να σβήσει και να πέσει κάτω. Αυτή είναι ιστορία – οι Radiohead αφήνονται. Κάνουν τη βουτιά, χωρίς βαριά συνείδηση. Ακόµη και τα σηµεία του «King of Limbs» όπου καταλαβαίνεις το αδιέξοδο, τα «βλέπουν» σαν χάρτινο σκηνικό. Στο Bloom έχεις αµέσως την εικόνα –έµφαση στα ηλεκτρονικά –, οπότε είσαι µέσα ή όχι; Από εκεί και πέρα τα πράγµατα δεν αλλάζουν πολύ, το «Morning Mr Magπe» είναι τόσο U2 που φαντάζοµαι το βλέµµα του Bono ήδη κάτω από τα γυαλιά του, αλλά και αυτό στην ανάλαφρη φάση των Radiohead δεν έχειβάρος. Στο «Little By Little» κρατάνε τον ρυθµό σαν να ακούς ξυλάκια να χτυπάνε κάπου δίπλα, ενώ το «Feral» µια χαρά θα στεκόταν στα σετ των Metalheadz.
Στην καρδιά του άλµπουµ, το «Lotus Flower» συνοψίζει τη θεωρία ότι µελωδία υπάρχει αν θέλεις να την ακούσεις και πως τα επικά έργα ας γίνονται ντοκιµαντέρ, όχι τραγούδια.
To πιάνο του Codex είναι η άλλη όψη του ιδίου νοµίσµατος – ένα µίνι σάουντρακ περιπλάνησης που φτάνει όµορφα στο σύντοµο σε διάρκεια άλµπουµ των Radiohead(είναι αρετή να πετάς τα περιττά) να λέει σαν λεζάντα του όλου του έργου «like I’ m falling from a long and weary dream/ Finally I’ m free of all the weight I’ ve been carrying» («Σαν να βγαίνω από µακρύ, εξουθενωτικό όνειρο/ επιτέλους, είµαι ελεύθερος από όλο το βάρος που κουβαλούσα»). Ε, ναι, guys, επιτέλους.