…και πάλι πίσω, Αποθήκη 1, Προξένου Κορομηλά, Αίθουσα «Φρίντα Λιάππα», πλατεία, «σου άρεσε η ταινία;». Ο Αβρανάς περιζήτητος στις συνεντεύξεις με την Miss Violence αίγλη του, μαυροντυμένος πάντα σαν μέλος των Editors ή κάποιας new wave μπάντας, ο «Αντώνιος Παρασκευάς» (και η αιώνια επιστροφή του), το Διαγωνιστικό, το Ρουμάνικο «κύμα», οι σκηνοθέτες, οι παραγωγοί, τα έργα του Μετρό-forever in progress,τα τρέντς της Θεσσαλονίκης. Μαγαζιά ανοιχτά. Είπε ο Θεσσαλονικιός να πάει να ψωνίσει και ήταν μέρα (Kυριακή) και ζεστός καιρός του Νοεμβρίου και αν θες με το αυτοκίνητο να πας, θα περιμένεις ώρες. Υ-πο-μο-νή.
Still under the spell of Jim Jarmusch, αλλά έτσι είναι αυτά τα πράγματα. Τι μπορώ να κάνω; Να δω κι άλλες ταινίες. Ο κόσμος τα λέει : μη χάσεις αυτό, μη χάσεις εκείνο, άσε καλύτερα το άλλο. Ασε καλύτερα τα λόγια των άλλων και ακολούθησε το ένστικτό σου, που πολλές φορές κι αυτό το έρμο πέφτει στην πατάτα, αλλά, κι αυτά μέσα στη ζωή είναι. Τι, δεν είναι;
Ωραία ταινία, το Bluebird. Χιόνια, κρύο, το Μέιν βυθισμένο στα άσπρα, το τοπίο σαν αυτό που περιγράφει ο Στίβεν Κινγκ στην Λάμψη και στο Misery_αφού από εκείνα τα μέρη είναι. Δράμα παγερό, χαρακτήρες φωτισμένοι από πολλές πλευρές και το κρύο να απλώνεται παντού, βασικός πρωταγωνιστής.
Καλός άνθρωπος η γυναίκα που οδηγεί το σχολικό (η θαυμάσια Amy Morton) δίνει το σκουφί της σε ένα παιδάκι που ξέχασε το δικό του, αλλά ξεχνάει ένα άλλο παιδάκι μέσα στο σχολικό μέσα το κρύο, μέσα τη νύχτα. Το παιδάκι δεν το ψάχνει κανείς, το βρίσκουν το επόμενο πρωϊ με σοβαρή υποθερμία και γύρω από αυτό το τραγικό περιστατικό ξεδιπλώνονται οι ιστορίες των κατοίκων της μικρής πόλης, οι συνθήκες της ζωής τους, οι σχέσεις και οι παγωμένες επαφές τους. Η ταινία του Lance Edmands σε τυλίγει αργά σαν την ομίχλη (που και γι΄αυτή έχει γράψει ο Στίβεν Κινγκ) αλλά μερικά πράγματα, όπως η πραγματικότητα – στο Bluebird – μπορεί να γίνει πιο τρομακτική από όποια ιστορία τρόμου. Έξω στην πόλη, η μέρα πάντως ήταν ζεστή, υγρή, μουντή, ικανή να καλύψει τα ίχνη, αλλά όχι τις τύψεις.