Κάτι στον αέρα. Κάτι υπήρχε στον αέρα και μπορεί να ερχόταν από τον Ατλαντικό, από τον Ποταμό Douro, από τα πνεύματα των μπουκαλιών. Οκ. Μέθυσα με Πόρτο. Ισορροπώντας στις ράχες των βαρελιών, στις γραμμές του Dragao, στις ευθείες της Santa Catarina.
Πρώτη φορά στην Πορτογαλία. Γιατί, μη ρωτάς. Το ρωτάω εγώ. Απορίες ταξιδιωτικού τύπου, πολλές σαν κι αυτές. Πλάνα του Μανουέλ ντε Ολιβέιρα πάνε κι έρχονται.
Μέναμε στη Maia λίγο έξω από την πόλη, αλλά κυκλοφορείς πιο εύκολα και από το να βγεις από το σπίτι για να πας στο περίπτερο για τσιγάρα. Η Maia είναι ωραία. Απλωμένη χαλαρή, με πλατείες φαρδιές, με πράσινο, φρέσκια.
Εκεί δοκίμασα το πρώτο piri piri. Είναι η σάλτσα που βάζουν στο κοτόπουλο, πιπεράτη και καυτερή, Πορτογαλέζα, την οποία είχα στα υπόψη να τσεκάρω από πληροφορίες σωστού εκτιμητή ταξιδιωτικών αξιών.
‘Ηρθαν τα κοτοπουλάκια ροδαλά από την σαλτσούλα σε σκεύος με φωτιά από κάτω –κρύα, δεν θα λένε – και άφθονες _ πατατούλες τηγανητές/χάρμα με την πίρι-πίρι και αυτές. Με τη λευκή σανγκρία χτυπήσαμε άσπρο πάτο. Και όλα έρχονται σιγά σιγά και δένουν.
Δένουν, γιατί στις χώρες του κρασιού κατοικεί η ευτυχία. Ή και άλλες που μπορεί να φέρνουν σε ευτυχία λίγο ή και να μην έχουν καμία σχέση μαζί της αλλά μετά από μερικά port wine της μοιάζουν όλο και πιο πολύ.
Φτάσαμε στην wine area περίπου το μεσημέρι όταν είχαν αρχίσει να στρώνονται τα πρώτα τραπέζια με θέα τα νερά του ποταμού.
Λιακάδα, γλάροι και τελεφερίκ μοιράζονται θέσεις του ουρανού πάνω από τη γέφυρα που πρέπει να’ ταν εκείνη τη στιγμή στην πιο ασημένια ώρα της με τον κόσμο να χτυπάει απανωτά insta-click για χάρη της, το έκανα κι εγώ βουτηγμένη στο μάξιμουμ τουριστικής συμπεριφοράς. Δε βαριέσαι, σε λίγο όλοι θα μετράνε τα σκαλιά.
Σκαλιά δεν είχε, μόνο πλακόστρωτο και ασύμμετρες γραφικές πέτρες. Και παντού εκείνα τα πλακάκια καλλιτεχνικά, μεσογειακά, δαντελένια, τριανταφυλλένια όπως στον δρόμο των λουλουδιών.
Η ασημαντότητα του ατόμου μπροστά στις σειρές, τις ατέλειωτες ξύλινες σειρές των βαρελιών με το κρασί είναι όμως χαρακτηριστική. Τέτοιες στιγμές είναι που βρίσκεις νόημα εκεί που το’χες χάσει. .
Μυρίζω τα κρασιά που ωριμάζουν ή απλά κάθονται, που ο δρόμος τους από την κοιλάδα του Ντούρο τα έφερε εκεί.
Ησυχία, σκοτεινιά και ζύμωση. Οι ποικιλίες του Port Wine σε εναγκαλισμούς με το φελλό. Πόσα πράγματα από φελλό στο Πόρτο!
Διασχίζω τους διαδρόμους του Οινοποιείου Offley-ονομαστού!-και ακούω σχεδόν τα κρασιά να μου ψιθυρίζουν. Τα πνεύματα ζουν εκεί, ή κάπου εκεί, από το 1737 που το δημιούργησε ο William Offley και μετά που ήρθε ο άλλος Άγγλος ο Joseph James Forrester που ερωτεύτηκε την κοιλάδα, τα κρασιά και την καλή ζωή και το οινοποιείο απογειώθηκε και ο Forrester αναδείχτηκε σε προσωπικότητα του Port Wine. πέθανε νέος, Βαρόνος και διάσημος και δεν αποκλείω η αύρα του να έφτασε ως τους Beautiful South που όπως εκείνος κατάγονταν από το Hull και το έτσουζαν πάντα λίγο-πράγμα προφανές και στους στίχους των τραγουδιών τους.
Είναι οι πρώτες μέρες της άνοιξης και ο κόσμος δεν μαζεύεται. Στο Majestic Café όπου ο καφές κοστίζει, αφράτος χιονισμένος καπουτσίνο σαν τουριστική ατραξιόν κι αυτός, περιμένουν ουρά. Οι Πορτογάλοι τα’ βαλαν με την κρίση και την πέταξαν στην θάλασσα. Και εμείς έχουμε θάλασσα- και τι θάλασσα!- και τι περιμένουμε; Να σφυρίξουν οι Ολλανδοί τη λήξη;
Ο Αμπίλιο, ο φίλος μας, δεν χάνει χρόνο, είναι παντού, δεν μένει στιγμή χωρίς να κάνει κάτι και δεν βιάζεται. Εκτός των άλλων γιορτάζει. Ο υπέροχος Νότος ξανά. Και για φέτος,λέει, το Πόρτο ψηφίστηκε ο καλύτερος ευρωπαϊκός προορισμός. Διασχίζοντας το δρόμο με τις ανθισμένες μανόλιες δεν μπορώ και δε θέλω, να διαφωνήσω. Και δεν πήγα, δεν πρόλαβα να πάω, εκεί που ο ποταμός σκάει στη θάλασσα και είναι, μου είπαν, άλλη ιστορία.
Το Αεροδρόμιο Francisco De Sa Carneiro θυμίζει κάπως το διαστημόπλοιο του LAX που από αυτό είχαν εμπνευστεί οι U2 το σκηνικό της 360 περιοδείας τους που τους έφερε και στην Αθήνα, τότε, το 2010 (σαν χτες, ε;)-το αεροδρόμιο λοιπόν είναι φουτουριστικό και εξωτικό, συνδυασμός ευφάνταστος και γεμάτο μικρές ντιζαϊνάτες σαρδέλες σε παντός τύπου συσκευασίες Πορτογαλικής Τέχνης και αναβαθμισμένης duty free κατανάλωσης. -Μη χανόμαστε, έτσι; είπα στους Πορτογάλους και νομίζω ότι με κατάλαβαν. Επικοινωνήσαμε.