#από την στήλη [Σε Πρώτο Ενικό], Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου 2002.
Σας πάτησα; Συγνώμη.
Δεν πειράζει, απαντάει. Και δεν πείραζε βεβαίως γιατί ένα πνεύμα δεν πονάει, δεν διαμαρτύρεται, δεν παθαίνει τίποτε ακόμη και αν περάσει από πάνω του μπουλντόζα.
Επίτηδες το πάτησα. Ήταν το ελάχιστο που μπορούσα να κάνω, φορτωμένη με τσάντες κάτω από το ψιλόβροχο στην Ερμού, εκεί που σε οδηγεί όπου θέλει το ρεύμα της κατανάλωσης, ενώ οι λατέρνες έπαιζαν τα κάλαντα κι εκείνο, το Πνεύμα, γελούσε σαν τροχονόμος, με μια αδυναμία να απολαμβάνει το κομφούζιο.
Killer Πνεύμα με αγγελικό πρόσωπο.
Γιατί δεν μπορείς να φανταστείς τι κάνει ενώ μεταμορφώνεται σε χνουδωτό αρκουδάκι, χαρούμενο τάρανδο και δύστυχο κοριτσάκι με τα σπίρτα. Στήνει παγίδες. Φυτεύει νάρκες από deadlines, σκορπίζει προθεσμίες παντού. Μέχρι τα Χριστούγεννα δηλαδή /σε πείθει το πνεύμα/ πρέπει να έχεις προλάβει να αγοράσεις τα δώρα, να ψωνίσεις για το σπίτι, να έχεις στείλει τις κάρτες με τις ευχές. Με ένα ύφος ‘είδες πόσο σε σκέφτομαι’ εγώ, το Πνεύμα θα φροντίσει να σου υπενθυμίσει τον χρόνο που δεν βρήκες για τον εαυτό σου, τα βιβλία της χρονιάς που δεν διάβασες, τις μουσικές που δεν άκουσες και τις ταινίες που δεν θα προλάβεις να δεις. Και δεν θα σου κρατήσει κακία για τον Άρχοντα των Δακτυλιδιών.
Πρέπει όμως να σκεφτείς μαζί με τους στόχους που θα βάλεις για τη νέα χρονιά (απάτη κι αυτή)τι θα φορέσεις στο ρεβεγιόν- κι αφού το σκεφτείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό- και να είσαι μέσα στη λάμψη και την χαρά – Πνεύμα σαν διαφήμιση του prozac- για να περάσετε ωραία και με κάτι έξυπνο να έχεις για απάντηση στον πώτο που θα ρωτήσει …-καλά, τι έγινε, εσύ δεν συνάντησες το Πνεύμα των Χριστουγέννων;
-Ναι, τα είπαμε, κάπως γρήγορα τις προάλλες.