Καθώς λοιπόν αποχαιρετούσαμε χτες την Βραζιλία από το Μουντιάλ _με πίκρα, ναι με πίκρα_ θυμήθηκα εκείνο που δεν είπαμε, για το βραζιλιάνικο βράδυ που οι Seleção έδιναν τον πρώτο τους αγώνα στη Ρωσία και εμείς παρακολουθούσαμε στην οθόνη στον κήπο του Summer Nοstos Festival για να αφήσουμε το ματς στη μέση, γιατί εκείνη την ώρα, λίγα μέτρα πιο πέρα, στη σκηνή στο Ξέφωτο, άρχιζε η συναυλία του Seu Jorge_the Life Aquatic_και ήταν μια από τις πιο όμορφες, γλυκές (και αλμυρές επίσης λόγω του θαλασσινού κόνσεπτ της ταινίας του Wes Anderson) από τις πιο out there βραδιές του καλοκαιριού.
Σα να είχε βγει μόλις από την ταινία, ο Βραζιλιάνος Seu με εμφάνιση καταστρώματος, τη λευκή φόρμα και το κόκκινο σκουφί, άραξε με την κιθάρα αγκαλιά και ξεκίνησε με τα τραγούδια, τον David Bowie διασκευασμένο στα Πορτογαλέζικα/ένας καινούργιος κόσμος άνοιγε πίσω από τα γνωστά τραγούδια/και μικρές ιστορίες ανάμεσά τους, για το πώς μια μέρα εκεί που καθόταν στο σπίτι ο Seu χτύπησε το τηλέφωνο και μπλα μπλα, να ηχογραφήσει για μια ταινία; –ποιανού τα τραγούδια, είπες;– αυτού του τραγουδιστή του ξανθού, όχι του Billy Idol; -εκείνου με το ένα μάτι έτσι και το άλλο αλλιώς, ναι σωστά /μα, αυτός είναι μεγάλος…Και τι; Να πω τα τραγούδια στα Πορτογαλέζικα; Κι έτσι τα είπε. Και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Και μουσική.
Και πήραμε και εμείς ένα κομμάτι ολοζώντανο της ιστορίας στο Σταύρος Νιάρχος, όπως την είπε ο Seu Jorge με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών μαζί και με κοχύλια και αστερίες και θάλασσες στις οθόνες και δίχτυα του ψαρά απλωμένα στη σκηνή.
Αλλά Βραζιλία δεν χορτάσαμε.
Γιατί δεν χορταίνεις ποτέ Βραζιλία και γιατί κιόλας μερικές μέρες αργότερα οι Seleção αποκλείστηκαν στα προημιτελικά από το Βέλγιο…
Μα γίνονται αυτά; Και σε ποια διάσταση; Σε ποια ταινία του Wes Anderson θα συνέβαινε κάτι τέτοιο;(κάποια, Βελγικής παραγωγής ίσως).