«Συνοδεύω τον πατέρα μου στην οδό Κριστόφ-Κολόμπ, όπου επισκέπτεται ένα καινούργιο «φιλαράκι», έναν Μοραφσκί, σε ένα μικρό μέγαρο εκείνης της οδού, στον αριθμό 12 ή 14. Τον περιμένω, περπατώντας πέρα-δώθε, κάτω από τις καστανιές. Είναι η αρχή της άνοιξης. Η μητέρα μου παίζει σ’ ένα έργο στο Théâtre des Arts , διευθύντρια του οποίου είναι μια κυρία Αλεξάνδρα Ρουμπέ-Ζανσκί. Το έργο λέγεται Οι γυναίκες θέλουν να ξέρουν. Το έχει γράψει ένας παραγωγός μεταξιού από την Λυών και η φίλη του και χρηματοδοτούν την παράσταση εξ ολοκλήρου, νοικιάζοντας οι ίδιοι το θέατρο και πληρώνοντας τους ηθοποιούς. Κάθε βράδυ η αίθουσα είναι άδεια. Μοναδικοί θεατές είναι μερικοί φίλοι του παραγωγού μεταξιού από τη Λυών. Ο σκηνοθέτης συμβούλεψε πολύ συνετά τον παραγωγό μεταξιού να μην καλέσει τους κριτικούς, με την δικαιολογία ότι είναι «μοχθηροί».
Ο Patrick Modiano επισκέπτεται τα πρώτα χρόνια της ζωής του σχεδόν σα να είναι κάποιος άλλος, σα να ακολουθεί τον εαυτό του- με μια απόσταση. Και ταυτόχρονα σε πρώτο πρόσωπο, με όλες τις λεπτομέρειες και τα χρώματα των αναμνήσεών του. Μ’ έναν τρόπο, σα να μιλάει με κάποιο φίλο του το μπαρ. Να θυμάται και να λέει. Για τη ζωή του, σo μεταπολεμικό Παρίσι, με ονόματα και διευθύνσεις, με χαρακτηριστικά περιστατικά. Με ύφος από μακριά και εντελώς μέσα. Στα ίσια, απλά. Στο θέμα του. Η λογοτεχνία που μ’ αρέσει.
Patrick Modiano «Ένα πεντιγκρί» Μετάφραση σπαρταριστή, από την Ελένη Τζιάφα στις εκδόσεις Πόλις. Και το εξώφυλλο για κάδρο.