O Μανώλης είναι φίλος μου. Χρόνια τώρα, πολλά χρόνια. Δεν του το είχα πει από την αρχή – δηλαδή εννοώ δεν του το είπα την πρώτη μέρα που τον γνώρισα γιατί δεν το λες από την πρώτη μέρα αυτό, εκτός και αν υπάρχει λόγος – Μανώλη, του είχα πει, να γράψεις ένα βιβλίο.
Πώς και σε τι context το είχα πει δεν θυμάμαι.
Ο Μανώλης δεν είναι ο λαλίστατος τύπος που λειώνει να σου πει ιστορίες για το πώς πέρασε στις διακοπές ή δεν ξέρω ‘γω τι, με γλαφυρές λεπτομέρειες και γιρλάντες στις περιγραφές. Μιλάει λίγο,λιτά και ζουμερά …αλλά, δες αυτό: γράφει σαν ποταμός, γράφει και σε κρατάει εκεί, να μείνεις, να γυρίσεις τη σελίδα, να πας παρακάτω. Γιατί έχει να σου πει. Σωστά το κατάλαβες: Ο Μανώλης έγραψε το πρώτο του βιβλίο. «Στο Χωριό».
Αφηγείται την ιστορία, απλώνοντας μαεστρικά την πλοκή με τους χαρακτήρες να ζωντανεύουν, σχεδόν να κυκλοφορούν στο δωμάτιο, να βάζουν τα κλειδιά στην πόρτα, να τραβάνε τις κουρτίνες. Μια ιστορία coming out , κάπου σε κάποιο χωριό, όπου η ζωή όπως την ξέρεις στην πόλη, με τις γνωριμίες, τις gay σχέσεις, τις επαφές, την καθημερινότητα, εκεί στο «χωριό» είναι αλλιώς. Εκεί τα πράγματα συμβαίνουν με διαφορετικές ταχύτητες, με παρακαμπτήριες οδούς, με αδιέξοδα, με κρυφές τοποθεσίες όπου η αφήγηση – σε πρώτο πρόσωπο – οδηγεί τον αναγνώστη. Κινηματογραφικά, χωρίς να λείπει το χιούμορ και με ζωηρό τόνο στη ροή.
Διαβάζω προσπαθώντας να απομακρύνω από την ανάγνωση τον Μανώλη Κιλισμανή που ξέρω και να κρατήσω αποστάσεις.
Άλλοτε γίνεται αυτό, άλλοτε όχι. Δεν έχει σημασία – οι αναγνώστες δεν έχουν δει όλοι με τον Μανώλη μαζί μπάλα. Κάποιοι, ίσως ναι.
Στις σελίδες ο Μανώλης του «Ρόδον» και του Ρόδον FM και ο Μανώλης που φτιάχνει τα ωραία soundtracks στα ντεκς, δημιουργεί ένα ταμπλό από μουσικές και ήχους, άλλοτε ορατό και ανάγλυφο, για παράδειγμα με μια άμεση αναφορά στους Suede και άλλοτε αόρατο και υπόγειο σαν ένα vibe γραφής εντελώς δικό του.
Όλα αυτά ενώ η ιστορία τρέχει και εξελίσσεται, με συναντήσεις και ανατροπές. Με εκπλήξεις. Και Στο Χωριό, που κυκλοφόρησε πριν από λίγο από τις εκδόσεις 24 γράμματα- να πάτε. Μπαίνει και ο Αύγουστος, τα χωριά ζωντανεύουν.