Μαθαίναμε για την 14η Ιουλίου και για τους Λουδοβίκους στο σχολείο. Για τη βασιλεία του καθενός, για τα λούσα της βασίλισσας και για τα μπάνια των Βερσαλιών. Για για την άνοδο του ΙΔ, και τους διαδόχους, για τους κήπους…
Αλλά δεν μαθαίναμε και πολλά για παράδειγμα, δηλαδή τίποτε δεν μαθαίναμε, για όλον εκείνον τον κόσμο που διώχτηκε από το χωριό των Βερσαλιών για να χτιστούν τα σπίτια όσων θα εξυπηρετούσαν τα Ανάκτορα.
«Στις Βερσαλίες υπάρχει ένας υπεύθυνος μουλαριών, αλλά δεν υπάρχουν πια μουλάρια…Υπάρχει αγορά από την Μαρία-Αντουανέττα – ένα ζευγάρι διαμαντένια σκουλαρίκια αξίας διακοσίων χιλιάδων φράγκων το 1775. Υπάρχει την ίδια χρονιά, άλλο ένα έξοχο ζευγάρι σκουλαρίκια!», διαβάζω στον Eric Vuillard, “14 Ιουλίου” (Εκδόσεις Πόλις)
και πιο κάτω
“…Γινόμαστε μάρτυρες περίεργων αλχημειών με το κρατικό χρήμα στην διάρκεια όλης της περιόδου που προηγείται της Επανάστασης. Το δημόσιο χρέος δεν σταματάει να μεγαλώνει και ο λαός πεινάει. Στο χρηματιστήριο κερδοσκοπούν πάνω στα δάνεια. Η Γαλλία έχει σχεδόν χρεοκοπήσει”.
Όμως τώρα θα πούμε την ιστορία του πλήθους,
θα μιλήσουμε για τη φορά που η λαϊκή βούληση έκανε την είσοδό της στην Ιστορία… Θα μάθουμε τι έκαναν εκείνη την νύχτα της 13ης προς 14 Ιουλίου, ο αμαξάς Αντουάν Σαλοσόν και ο τυπογράφος Πικολέ, οι πωλήτριες ρέγκας και παντζαριών, οι τσαγκάρηδες, οι ψαρούδες, οι τεχνίτες και οι μικρέμποροι, οι άνεργοι, “ένας ολόκληρος λαός στο περιθώριο, πεινασμένος.»
Θα διαβάσουμε για τα χρυσά ρολόγια που δεν βρέθηκαν σε καμία τσέπη, σε κανένα από τα ματωμένα γιλέκα που στοιβάζονταν, σε κανενός Ζαρί και κανενός Νεζέ τη φορεσιά, ή του Γκαρσόν ή του Φερί από το Σαρ, ή του Μποκέ από το Βεναρέ που είχαν φτάσει όπως – όπως στο Παρίσι εκείνη τη νύχτα.
Για όλα αυτά θα πει ο Eric Vuillard με την ορμητική γραφή του, τραβώντας και φέρνοντάς τες μπροστά, αλήθειες, από το περιθώριο που τις θάβει η Ιστορία. Όπως είχε κάνει και στο άλλο του βιβλίο, την Ημερήσια Διάταξη .
Ο Eric Vuillard λοιπόν είναι εκεί.
Είναι ανάμεσά τους, τους βλέπει, τους ξέρει, μαθαίνει από πού ήρθαν, ποιοί έχουν συγγενείς, τι γίνεται γύρω, ποιος κινείται μπροστά, ακούει τα λόγια, ακούει τη βοή… Η Γαλλική Επανάσταση δεν βρίσκεται πια στις σελίδες 78 ή 104 του σχολικού βιβλίου, δεν καμαρώνει πίσω από τις αγωνιστικές, τρεις, λέξεις της – είναι live στις 200 σελίδες -μαζί με τις σημειώσεις της _του «14η Ιουλίου» (Εκδόσεις Πόλις).
Ακόμη μια φορά στέκομαι στη μετάφραση του Μανώλη Πιμπλή. Είναι τόσες οι αποχρώσεις, τέτοιες οι περιγραφές, που μοιάζει σα να ήταν και ο Μανώλης εκεί, όταν έριξαν τις σανίδες, άναβαν τις δάδες, όταν άνοιγαν τα στόματα και μιλούσαν.
Τον είδα τον συγγραφέα, τον Eric Vuillard, από κοντά. Στην Έκθεση Βιβλίου, τον Μάιο. Ορμητικός όπως οι λέξεις του. Πόσο δύσκολο να βρει το υλικό του! Να ψάξει, να σκαλίσει, να το φτάσει. Να σηκώσει από κάτω ό,τι είχε κρυφτεί, αφεθεί να μουχλιάσει, να ξεχαστεί, να φωτίσει έτσι ην άλλη ιστορία.
Να γράψει τελικά ένα βιβλίο, για το 1789, που δεν είναι hype, δεν μιλάει για την νέο-άκρα-δεξιά, το νεοφιλελευθερισμό, την προσφυγική κρίση ή τις κοινωνίες όπως διαμορφώνονται σε Ευρώπη, Αμερική με τις σκληρές συντηρητικές πολιτικές. Ή μήπως,να γράψει ένα βιβλίο που (και) για όλα αυτά μιλάει;