Πού πηγαίνουν οι ιστορίες όταν τις ζεις; Που πηγαίνουν όταν τις έχεις ζήσει; Ποιες ιστορίες φέρνουν κοντά σου ανθρώπους; Ποιες φέρνουν σελίδες; Την μια μετά την άλλη;
Μυστήρια πράγματα οι ιστορίες. Και το πώς τις ξεκλειδώνει ο καθένας σε ένα βιβλίο. Πώς η μια ιστορία κρύβει μέσα της μια άλλη, πώς εκείνη θα γεννήσει ακόμη μια. Ακολουθείς. Σα ν’ ανοίγεις το «σεντούκι του παππού», να συναντάς Καινούργιους Αγίους – και να δεις σε τι μπελάδες θα σε βάλει ένα ρουσφέτι.
Στις Εκδόσεις Πανός (αγαπημένες) ο νέος Αλέξανδρος Αδαμόπουλος. Ο Αδάμ και το Μήλο με μια σκανταλιά, μια ανεμελιά στο εξώφυλλο.
Είναι καιροί για ανεμελιές; θα ρωτήσεις. Είναι οι καιροί γι’ αλήθειες. Και πάντα είναι καιροί για ιστορίες. Από τα «μέσα» μας. Από αυτά που ξεπηδάνε κάθε τόσο μπροστά μας, και τραβάνε κορδόνι, ξηλώνουν και ράβουν το παρελθόν. Και το παρόν μας.
Προσωπικές αφηγήσεις – σαν σκανταλιές κι αυτές – με την φρεσκάδα και την ανάσα μικρού παιδιού που θέλει να στα πει όλα. Με μια ανάσα. Που χωράει μέσα όμορφες φράσεις, σκηνές ολόκληρες, κινηματογραφικά καρέ, ζωηρούς διαλόγους, τρεχαλητά, περιγραφές, γέλια, χαμόγελα, νοσταλγικά χαμόγελα, πικρά χαμόγελα, ερωτήσεις μικρές-κοφτές, που έτσι ξαφνικά γίνονται μεγάλες, υπαρξιακές και κάνουν τα δικά τους.
Έτσι διάβασα τον Αδάμ και το Μήλο. Και κοντοστεκόμουν κάθε τόσο. Στην Κίμωλο είπανε; Στην Φολέγανδρο… Στην Φραγκούλα (Σου έχω πει για την Φραγκούλα;)…στο βάψιμο της ντουλάπας, στις γιορτές, στις νύχτες, στις παρουσίες και στις απουσίες. Στην ευαισθησία που αναβλύζει από τον τρόπο της αφήγησης, αλήθειες και φαντασία.
« Η συνομιλία μας και το όνειρο του Κωνσταντίνου Τσάτσου με «Το σεντούκι του παππού μου» είναι απολύτως αληθινά…και πρωτογράφτηκε στο πατρικό μου σπίτι στο Δερβένι Κορινθίας το 1984» σημειώνει ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος στο Επίμετρο. Παλιά ως πολύ καινούργια κείμενα και κάποια που ενώ γράφτηκαν παλιότερα «κουμπώνουν» στο σήμερα με έναν τρόπο σαν να ήξερε ο συγγραφέας τα μελλούμενα. Ίσως – ποιος ξέρει – αυτό το μήλο να ήταν μαγικό.