Εδώ τώρα σε θέλω ωραίο, άνετο και ορεξάτο, μην είσαι τίποτε τύπος του ‘πως τώρα αυτό και πώς τώρα εκείνο” Γιατί πάμε τσάρκα – και κούρσα και αεροπορικώς και ταξίδι στο χρόνο – σε σημεία κλειδιά της μουσικής ιστορίας και της κουλτούρας εν γένει. Από εδώ ίσαμε την άλλη άκρη της γης. Στις σελίδες του Μάστερ Μπαζίλ με την φίνα πένα του Στυλιανού Τζιρίτα– «Περιπλανήσεις ενός μυθικού Έλληνα στις ηχητικές κατακόμβες της δεκαετίας του ‘70″ ο τίτλος κομπλέ.
Προσωπικά με ‘είχε’ από τις ‘κατακόμβες’ ήδη, μη σου πω και από το Μπραζίλ και με ‘έδεσε’ με τον Τσιτσάνη.
Μάστερ μέγιστος και σουλατσαδόρος, εν προκειμένω πετάγεται από το Studio 54 των Αθηνών- λέγε το Χάραμα – σε heavy rock συναντήσεις, art punk καταστάσεις, νεοκυματικές μαζώξεις, ντανταϊστικά σταυροδρόμια και ρηξικέλευθες στιγμές πειραματικής τόλμης και ανάλαφρης γοητείας.
Ο Μάστερ Μπαζίλ με άλλα λόγια βρίσκεται και δίνει τα φώτα του σε κομβικά σημεία,
όπως εκεί που τα έσπαγαν ο Ιαν Γκίλαν με τον Ρίτσι Μπλάκμορ εν έτει ’73 και εκεί που, στους τέσσερις του Λίβερπουλ μπήκε θέμα Γιόκο Όνο. Στου Στιβ του Ράιχ τις εμμονές για την καταγραφή του ήχου, στις παραξενιές του νεανία (αιωνίως θα λέγαμε ίσως- ίσως και όχι) του Μορισέι ντε.
Έχεις τώρα εικόνα. Και σελίδες να απολαύσεις. Από όπου παρελαύνουν, διασταυρώνονται και τα λένε μεταξύ τους πρωτίστως ο μετρ Βασίλης Τσιτσάνης και άλλοι -πάρε μια ιδέα εδώ: Brian Eno και Στέλιος Καζαντζίδης, Clash μα και οι Abba, ο Τόλης Βοσκόπουλος, οι Japan, πλην όμως και Λευτέρης Πανταζής, οι Deep Purple, o Μενιδιάτης, η Λίστα η Διαμάντη. Η Πίτσα Παπαδοπούλου και οι Kraftwerk κι εκείνη η ψυχή ο William Burroughs. Και άλλοι επίσης, έτσι ακριβώς και όπως σε βλέπω και με βλέπεις.
Στυλιανός Τζιρίτας σε φόρμα και σε παιχνίδι φαντεζί. Θέαμα αλλά και ουσία και προσέγγιση ροκενρολάτη-αεράτη και φύσεως υπογείως φιλοσοφικής περί του νοήματος της εκάστοτε δημιουργικής συγκυρίας. Με μια νότα και για το νόημα της ζωής που η Τέχνη αποπνέει.
Πενιά – έμπνευση και η εικονογράφηση από τον Αναστάσιο Μπαμπατζιά, «μάστερ» άλλωστε στην δική του τέχνη.
Απόσπασμα ακολουθεί ευθύς αμέσως:
Λόνδρα 1977. Παίζει ο Γιώργος ο Νταλάρας μαζί με την Άννα τη Βίσση σε ένα μεγάλο αμφιθέατρο. Μεταπολίτευση πια και ξεκίνησαν οι καλλιτέχνες να κυκλοφορούν εύκολα εκτός συνόρων, χωρίς πολλά σούξου μούξου με τις αστυνομίες. Ταξιδεύουμε μια μέρα πριν από το κονσέρτο με τη Δημητρούλα τη Γαλάνη και την τσίφτισσα τη Λίτσα τη Διαμάντη. Η Διαμάντη είναι αλάνι πρώτης τάξεως αλλά και ολόσωστη ως επαγγελματίας. Είχε ξαναπάει και ήξερε πώς να κινηθεί ελεύθερα. Εγώ με τη Δημητρούλα ήμασταν στο χαλαρό. Θα αναλάμβανε φιλικό μου ζευγάρι που διοργάνωνε τις συναυλίες εκεί να μας πάει στα αξιοθέατα. Η Δήμητρα είχε και αυτή ξαναπάει δυο φορές, αλλά μου είπε: Δάσκαλε θα πάμε μαζί να δεις την Κάρναμπι Στριτ, να δεις και άλλες καταστάσεις. Εσένα όλο τράνζιτ στα σοτύντιο σε πηγαίνουν και ούτε μια φορά δεν έχεις αξιωθεί να δεις το Λονδινο ως τουρίστας….
Η Διαμάντη όμως είχε φόρα να δει κι άλλα πράγματα. Μας είχε γανώσει τα αυτιά στο αεροπλάνο με το πανκ. Πολλά χρόνια μετά ήρθε και στην Ελλάδα, αλλά εμείς το μάθαμε εκείνη την χρονιά, στην πηγή. Βγάζει λοιπόν η Λίτσα και μας δείχνει φωτογραφίες που είχε τραβήξει με κάτι ψιλολελέκια. «Ποιοι είν’ αυτοί μωρή αλλοπαρμένη;» την ερωτάει η Δημητρούλα. «Αυτά είναι τα Ραμονάκια» μας λέει κοιτώντας μας όλο πονηρή χαρά.
«Ρε Διαμάντη αυτοί είναι χωμένοι στην φτήνια και στην πρέζα, πού πας»; «Δάσκαλε αυτοί είναι το καινούργιο κύμα»… Ήταν ένας με σάπια δόντια και ένας άλλος σαν τον Πρίσλεϊ, αλλά στο πιο ψηλό, ομορφάντρας. Είχανε κι αυτοί ένα σχήμα, τους Κλάση. «Είναι αυτό ρε Λίτσα όνομα για σχήμα;» τη ρωτάω. «Δάσκαλε» μου λέει «σημαίνει σύγκρουση. Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά». Με κοιτούσε στραβά ο σαπιοδόντης και λέω στη Διαμάντη «πες του πως κάτι τέτοια μαγκάκια τα είχαμε στο Βοτανικό για πρωϊνό».
(από το κεφάλαιο: Πώς ήρθα σε επαφή με το πανκ στα γεννοφάσκια του)
>Μάστερ Μπαζίλ. Στυλιανός Τζιρίτας (σελ. 67) Εκδόσεις Στο Περιθώριο.