Ούτε μια στιγμή, ούτε ένα ‘ίσως’, ούτε ένα ‘μπορεί’, ούτε ένα ‘περίπου’ ή ένα ‘έτσι – κι έτσι’ για τον Δάκη. Πάντα – και εντελώς. Τον Δάκη τον αγαπούσα, τον Δάκη τον ξεχώριζα. Τον παρακολουθούσα και χαιρόμουν πάντα όταν τον έβλεπα στην τηλεόραση ή στη σκηνή. Δάκης μοναδικός.
Δάκης στα δισκάκια μου. Τα 45άρια στο κόκκινο πικάπ tepaz. Στη σελίδα Δεκαοχτώ και σε Εκείνο το πρωί στην Κηφισιά. Δάκης στα γαλλικά Tu veux ou tu veux pas, Monsieur Cannibal (πώς μάθαμε Sacha Distel; ).. Tόσα Καλοκαίρια και η Μαίρη σε μια κασέτα να παίζει non stop – κάποια στιγμή την χάλασα νομίζω.
Και μετά έγινα ροκ και πανκ και Clash και Birthday Party και οι Αυστραλοί και το hip hop και η dance και η jazz και τα club…και την ξέρεις την ιστορία – και μουσικές βροχή … αλλά κουβέντα δεν σήκωνα ποτέ για τον Δάκη. Τους cool κανόνες, τους έγραφα μόνη μου.
Τελευταία τον είδα με τον Monsieur Minimal, live – στην σκηνή του Gazarte – που είπαν μαζί την ‘Στιγμή’ αγέρωχα και ωραία και ήταν και η Kid Moxie εκεί – τι ‘γεμάτη’ βραδιά – ενθουσιασμένοι όλοι. Πήγα και του μίλησα, με πιο πολύ τρακ από ότι όταν είχα συναντήσει τον Lou Reed. Tου είπα ότι είμαι φαν από παλιά…και πόσο φανταστική ήταν στ’ αλήθεια η βραδιά εκείνη.
Αλλά τον είχα δει και λίγο πριν, στο Tiki… Αξέχαστο λάιβ! Και φουλ μουσική εμπειρία. Σα να είχε βάλει, με τον πιο φυσικό τρόπο, δεκαετίες στο μίξερ και ανακάτευε: στιλ, τραγούδια, τάσεις, τις μεγάλες του επιτυχίες, την ποπ και το συναίσθημα, αγγλικά, γαλλικά, αραβικά και το λαμπερό του χαμόγελο. Και τα δικά μας μαζί, που χορεύαμε- πολύ εκείνο το βράδυ- σαν να κάποιος να είχε κλειδώσει έξω τον χρόνο – είχα γράψει γι’ αυτό.
Δάκης μοναδικός.
Ειλικρινής, σοφός και φιλοσοφημένος, με χιούμορ, με βήμα δικό του, σε έναν χώρο που οι πολλοί κοιτάνε να πιάσουν και να ξεπεράσουν τους άλλους. Δάκης κοντά στη θάλασσα, στα νότια. Που τον πετύχαινα μάλιστα πού και πού.
Πάω πάλι πίσω σε εκείνα τα δισκάκια, του Δάκη και της Μαρίνας μου, που τα ακούς να ομορφαίνουν όλο και πιο πολύ, με αξία ξεχωριστή, που τόσα καλοκαίρια αφήνουν επάνω τους.