Είναι ο Πάνος μας. Ο Πάνος στο ακριβώς πίσω μας γραφείο. Η μεγάλη μας τύχη να έχουμε τον Πάνο Γεραμάνη δίπλα μας.
Τον δικό μας Πάνο που τον λάτρευε και τον άκουγε ο κόσμος με πάθος στο ραδιόφωνο. Στους Λαϊκούς του Βάρδους. Και που οι λαϊκοί βάρδοι του τον αγαπούσαν επίσης με όλη τους την καρδιά, τον είδαμε στην οθόνη, στο ντοκιμαντέρ του Θάνου Κουτσανδρέα, Λαϊκοί Βάρδοι – Στιγμές από τη ζωή τους και τη ζωή μας. Συγκινητικό. Πολύ. Γιατί ξανασκεφτήκαμε την καλή μας τύχη να έχουμε ζήσει κομμάτια τεράστια της ζωής μας στην εφημερίδα κοντά του, να έχουμε ακούσει ιστορίες από πρώτο χέρι, να έχουμε πάει μαζί στην ταβέρνα με τα καρό τραπεζομάντηλα και το καλό το φαγητό. Να έχουμε κρατήσει σημειώσεις από τους στίχους που μας έλεγε.
Τον είδαμε τον Πάνο. Έτσι όπως ήταν.
Μοναδικός και πρόσχαρος. Ανοιχτός σε όλους, δοτικός, με το γέλιο του, τις ατέλειωτες γνώσεις- μα πώς τα θυμόταν όλα!- με τις ανεκτίμητες εμπειρίες του. Αγαπούσε το λαϊκό τραγούδι, αγαπούσε τον δημιουργό.
Τον είδαμε έτσι στην οθόνη και γιατί ο Θάνος τον γνώριζε καλά, τον αγαπούσε. Τον έβλεπα συχνά τον Θάνο Κουτσανδρέα στο γραφείο να τα λένε με τον Πάνο. Μια ιστορία που ξετυλιγόταν παράλληλα. Είναι φορές που γίνεται δύσκολο αυτό, να πεις την ιστορία, όσο την πλησιάζεις και την ζεις. Ο Θάνος όμως βρήκε δρόμους, έψαξε, ξεσκόνισε τα παλιά δισκάκια, έσκαψε στα αρχεία, μας έδειξε σπάνιες φωτογραφίες. Ταξίδεψε, συνάντησε συνθέτες, τραγουδιστές, ραδιοφωνικούς παραγωγούς- φανατικούς ακροατές των Λαϊκών Βάρδων στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, καθημερινά, για 16 συνεχόμενα χρόνια. Έκανε βουτιά σε όλο αυτό το υλικό και με τέχνη συναρμολόγησε και έφτιαξε τις στιγμές από τη ζωή μας. Έφερε στην οθόνη, με τον Πάνο μαζί, άλλες εποχές.
Κάθε μια από τις ιστορίες των Λαϊκών Βάρδων, θα μπορούσε να είναι μια ξεχωριστή ταινία.
Ο Καζαντζίδης και η σχέση του Πάνου με τον Στέλιο; -Σειρά ολόκληρη με πολλά επεισόδια. Μαρινέλα, Μπιθικώτσης, Πόλυ Πάνου, Καίτη Γκρέι, Γαβαλάς, Ζαμπέτας …Ο Νίκος Ξανθόπουλος.
Και ήταν και το άλλο, ότι τον Πάνο τον ένοιαζαν οι μεγάλοι και τα είδωλα και τα θηρία του λαϊκού τραγουδιού, αλλά τον ενδιέφεραν και οι αφανείς ήρωες, εκείνοι που δεν βγήκαν μπροστά, που έγραψαν άλλες διαδρομές. Και τους έδινε χώρο, χρόνο να πουν τις δικές τους ιστορίες. Σε όλους τους βάρδους που συναντούσε και άκουγε με προσοχή ήταν κάπως και ο ίδιος μέσα. Ο Πάνος με την αγάπη του και το ενδιαφέρον του για τον άνθρωπο, σαν από άλλες εποχές, αν το δεις σήμερα. Και η μεγάλη καρδιά δίπλα του, η Ναυσικά. Μα το είπα από την αρχή, μεγάλη η τύχη μας να βρεθούμε κοντά σε αυτούς τους ανθρώπους, στον Πάνο, στη Ναυσικά.
Μια φορά, λοιπόν μου είχε πει…
-πρέπει να γνωρίσεις τον Σπόρο. Τον Γιάννη Σταματίου. Έχει ζήσει στην Αμερική, έχει συναντήσει τον Πρίσλεϊ και τον Σινάτρα, έχει παίξει σε θέατρα εδώ, εκεί στη Νέα Υόρκη στο Λας Βέγκας, έχει μια δισκοθήκη γεμάτη με δίσκους απ’ αυτούς που σου αρέσουν μου- είχε πει ο Πάνος. Και το κανόνισε και πήγα στο σπίτι του Σπόρου και κάναμε μια πολύ ωραία συνέντευξη για τα ΝΕΑ. Ωραίος άνθρωπος, χαμηλών τόνων, γεμάτος ταξίδια και εμπειρίες. Και το πιο ωραίο ότι κάποιες μέρες νωρίτερα ο Πάνος είχε κανονίσει να πάμε να δούμε τον Σπόρο να παίζει σε ένα μαγαζί, με εκείνο το απίστευτο μπουζούκι που τραγουδούσε λες κι έτρεχε ροκενρόλ κούρσα – λαϊκό και αυθεντικό – και απογειωνόταν δεν ξέρω κι εγώ σε ποιες σφαίρες. Άλλος πλανήτης.
Χτυπούσε το τηλέφωνο και στο γραφείο στα ΝΕΑ ακόμη. Ένας καθηγητής Πανεπιστημίου από την Δανία (θυμάμαι σωστά;) φανατικός ακροατής του Πάνου. Το φαν κλαμπ της Αυστραλίας τακτικά. Οι φίλοι του που τον έψαχναν για να του πουν πόσο πολύ κάτι τους είχε συγκινήσει.
Κι ερχόταν ο Πάνος που λες από την ΕΡΤ φορτωμένος με εκείνη την τσάντα με τα βινύλια, βαριά ασήκωτη.
Σα να τον βλέπω τώρα μπροστά μου, να βγαίνει από το ασανσέρ και να κοντοστέκεται στην πόρτα, χαμογελώντας. – Κράτησε Μαράκι να δεις. Βαριά, ασήκωτη. Πώς να μην ήταν! Τόσα τραγούδια είχε μέσα, τόσες ιστορίες και όλη του την αγάπη- κάθε φορά.

Ο Πάνος, εμείς και ο Καζαντζίδης 😉
Για θυμήσου και τους Άσους των Γηπέδων. Α ναι και την πόρτα και τα αστεία μας, το γέλιο του, τα τσιπουράκια, που μετά γυρνούσαν με τον Βασίλη (και πόσες ιστορίες έχει ο Βασίλης Λουμπρίνης ακόμη να πει!) και μ΄έναν στίχο του Γκάτσου κατηφορίζοντας τον δρόμο παρέα. Και έτσι κερδίζαμε τις μέρες και δεν μας έπιανε κανείς.
Όπου προβληθεί το ντοκιμαντέρ (πρεμιέρα έκανε στις Νύχτες Πρεμιέρας στο Άστυ, εγώ ο είδα τις προάλλες στο Αθηνά, στο αγαπημένο του Χαλάνδρι) ψάξε να το βρεις. Σίγουρα θα το βρεις. Ανθρώπους σαν τον Πάνο, δεν ξέρω αν θα βρεις.