Koντράρουν στα ίσια όποιον θέλετε εκεί έξω με καυτές ροκενρόλ κιθάρες, σαν να είναι παιδιά του Johnny Cash και ξαδέλφια του Tex Perkins.
Μην τους χάσετε! Ακούστε το Goin’ Down και τα λέμε 😉

Στις σόλες των παπουτσιών τους έχουν άμμο από την έρημο και από όπου περνάνε αφήνουν πίσω τους ιστορίες από την Αγρια Δύση. Και αυτό έχει ένα μυστήριο, αν σκεφτεί κανείς πως οι Dustbowl δεν έρχονται από εκεί, αλλά μπορεί μόλις να κατηφορίζουν από τα Εξάρχεια και ένα καυτό ροκ εν ρολ λάιβ. Φέρνουν στα μέτρα της πόλης το δικό τους «outlaw» ροκ εν ρολ.
«Ενα παιχνίδι είναι η μουσική, δεν έχεις λόγο να περιοριστείς κάπου.
Πρέπει να περνάς καλά και να αφήνεσαι προς τα εκεί που σε πάει» λέει ο Telecaster Νick, λίγες ημέρες αφότου το καινούργιο τους «Goin΄ Down» έσκασε με δύναμη στα ήρεμα (ε, όχι και τόσο) νερά της ελληνικής μουσικής πραγματικότητας. Ενα είναι σίγουρο.
Πως οι Dustbowl πετάνε το λάσο τους, κατά περίεργο- ίσως- τρόπο, προς άλλη κατεύθυνση. Προς Τζόνι Κας, όσο και Τζόνι Θάντερς. Προς Χανκ Γουίλιαμς και Τζο Στράμερ. Προς τα εκεί που τους πάει η έμπνευση.
«Είχαμε έναν προσανατολισμό προς την παλιά κάντρι και δεν έχουμε σταματήσει να αγαπάμε πολύ αυτόν τον ήχο του Τζόνι Κας. Μεγαλώσαμε όμως ακούγοντας και Clash και Wipers. Δεν είμαστε ΄΄καντράδες΄΄. Υπήρξε αυτή η παρεξήγηση, αν και παραμένουν οι εμμονές μας με τα τρένα, την περιπλάνηση και όλη αυτή την κουλτούρα του δρόμου». Αλλαγή πορείας; Οχι και τόσο. Είναι σαν να έχουν γεμίσει το πορτμπαγκάζ με όλες τις επιρροές τους. Στο «Goin΄ Down» βρίσκεις ό,τι φτιάχνει τον ήχο των Dustbowl. Ολα αυτά χωνεμένα. Το ψυχωμένο μπλουζ ροκ, την κάντρι, τις steel κιθάρες της, τη σκόνη, την εναλλαγή του τοπίου. Goin΄ Down λοιπόν… «Επειδή είναι σαν να γυρνάμε στις πραγματικές μας ρίζες, τις δικές μας. Οταν μπήκαμε στη διαδικασία του νέου δίσκου χάσαμε την έννοια της φόρμας, αφήσαμε τους εαυτούς μας να παρασυρθούν. Κάναμε αυτό που μας άρεσε, μέσα στο οποίο είναι και η παλιά κάντρι».
Φαινόταν πως δεν θα ήταν για να μείνουν σε ένα σημείο και έτσι ακριβώς ακούγονται από το «Τhe Βurden» έως το φευγάτο «Lil Μefisto» και από το μελωδικό «Cherry Wine» έως το «Lean Οn Μe» όπου κλείνουν το μάτι και την ιστορία που αφηγείται το «Τhe Μourner».
Αλλά δεν είναι μόνο οι μουσικές που «γράφουν» αλλιώς για τους Dustbowl τώρα. Είναι η φωνή του DD Dynamite, που παίρνει τη θέση του George στα φωνητικά, χωρίς να αφήνει την κιθάρα του. Τη θέση του ροκαμπίλι/κάντρι/Ελβις στυλ του George παίρνουν οι πιο «εναλλακτικές» βαθιές ερμηνείες του DD. Και η μπάντα συνεχίζει να ροκάρει.
«Ο Γιώργος έφυγε σαν φίλος. Κουράστηκε, όπως όλοι που δουλεύουμε. Ίσως- εγώ βέβαια το ερμηνεύω και έτσι- συνέτεινε σε αυτό και η αλλαγή στη μουσική κατεύθυνση. Του είπαμε να μείνει, αλλά έφυγε πολύ φιλικά και μάλιστα μας είπε ΄΄παιδιά, σας το λέω πριν να γράψω τον δίσκο΄΄».
«Απόψε θέλω να σκοτώσω»
Δεσμοί, συγγένειες και στενές σχέσεις συνδέουν τη ροκ σκηνή στα μέρη, όπως κι αλλού. Και εκεί όπου το μουσικό έδαφος είναι πρόσφορο, όλο και κάτι διαφορετικό βγαίνει στην επιφάνεια. Στο «τρένο» των Dustbowl αυτή τη φορά ανεβαίνει για λίγο ο Αlex Κ, που όσοι ξέρουν τα πράγματα πέρα από τους Last Drive και τους Εarthbound εκτιμούν ιδιαίτερα τη συγκυρία. Ο Αλέξης κάνει δεύτερα «γκόσπελ» φωνητικά και παίζει φυσαρμόνικα στο «Chain Gang Partners», ο Ρhil Shoenfelt στο «Μorning Βlue» παίζει κιθάρα και τραγουδάει και σε κάνει να κοιτάς πίσω σου για καλό και για κακό όταν λέει «where ΄s my gun, Ι want to kill tonight».
ΟΚ φίλε.
«Αν το φιλοσοφήσεις μπορεί και να πεις πως δεν έχω τίποτε να χάσω, δεν θα κάνω συμβιβασμούς, θα κάνω αυτό που μ΄ αρέσει. Αυτό είναι και το θετικό μέσα στη ματαιότητα της ελληνικής σκηνής. Οσο δηλαδή και αν παίζεις χωρίς να έχεις τις συνθήκες ή τις απολαβές που ισχύουν αντίστοιχα αλλού ή δεν δίνεις όσες συναυλίες θέλεις γιατί δεν μπορεί να σε αφομοιώσει το ελληνικό κοινό.
Πόσες φορές δηλαδή να σε δούνε;» λέει η Λυδία, που παίζει μπάσο, κάνει φωνητικά και δίνει έξτρα στυλ στην ήδη πολύ στυλάτη μπάντα.
ΙΝFΟ :