“You’ ve been Plisskened” έγραφε το βραχιολάκι που μας έδεσαν στο χέρι μπαίνοντας στην είσοδο του Eλληνικού Κόσμου ,Κτίριο 56 και ο λόγος που το αναφέρω (το βραχιολάκι) είναι γιατί δείχνει κι αυτό ότι το Plissken είναι ένα φεστιβάλ που προσέχει τη λεπτομέρεια. Και στις λεπτομέρειες κρίνονται τα περισσότερα, ειδικά, επειδή εδώ στα μέρη μας έχουμε χάσει το βασικό θέμα. Και, για να φτάσουμε στις λεπτομέρειες αργούμε πολύ.
Το Plissken είχε μενού πλούσιο να παρουσιάσει. Περίμενα, η αλήθεια είναι, πολύ περισσότερο κόσμο, κρίνοντας από τη φασαρία που κάνουν τα blog, η πλατεία Καρύτση και Αγ. Ειρήνης, αλλά, φοβάμαι πως πάνω –κάτω είναι το ίδιο κοινό που ανακυκλώνεται. Τυχερό κοινό, όμως , γιατί απλόχερα το Plissken του έδωσε επιλογές. Eίδα τους FM Βelfast να τρελαίνουν κόσμο με την ένταση και το χορό τους και τους Σουηδούς Truckfighters (φωτό)να σηκώνουν σκόνη (στ’ αλήθεια κάποια στιγμή , τα ντραμς είχαν χαθεί από την εικόνα, όχι όμως από τον ήχο) . Αμέσως μετά η σκηνή αλλάζει, γεμίζει χρώματα, πνευστά ,κρουστά, κελεμπίες, ο Ebo Taylor και οι μουσικοί του σε μια αφρικάνικη τζαζ εξτραβαγκάντζα ρίχνουν τους προβολείς στην πολυσυλλεκτικότητα του φεστιβάλ. Δίπλα «χτυπάνε» ηλεκτρονικά τα beats και η σκηνη της Red bull λίγο πιο πάνω κρατάει το ίσο με tech–house. Μετά; Μετά πέφτει μια καταιγίδα εσωτερικού χώρου, η αναμενόμενη με ενθουσιασμό εμφάνιση των Fucked Up, που ως fucked up ή σχεδόν κάτι τέτοιο, από το πρώτο λεπτό της παράστασης τα ρίχνουν σκληρά. Γιατί να περιμένεις το φινάλε, όταν μπορείς να βουτήξεις στο κοινό τυλίγοντας το καλώδιο κολιέ, στο μάξιμουμ της έντασης και του απειλητικού χοροπηδητού (που σαν άσκηση δε σε έχει βοηθήσει ιδιαίτερα σε θέματα σιλουέτας) από την αρχή και νωρίς –νωρίς; Το Τορόντο να τους χαίρεται κι εμείς εδώ να τους ξαναδούμε με το καλό, μια και ο Damian Abraham έπιασε φιλίες και χαμογέλασε σε ΄όλα τα smartphones που τον φωτογράφισαν. Οι Death Grips, πάντως, είναι αποκάλυψη κάθε στιγμή. Έχω την εντύπωση ότι μέσα σε αυτό το εκτονωτικό, εμπρηστικό noise hip hop εκτόπισμά τους, κάνουν σοβαρές προσπάθειες να μην παρασυρθούν και οι ίδιοι από την καταιγίδα. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο αποκαλύπτεται θριαμβευτικά η καλλιτεχνική τους φύση.
Δεν είδα Brandt Brauer Frick, που θα με ενδιέφερε, αλλά οι αντοχές παίζουν κι αυτές ένα ρόλο. Παρότι – μάλιστα!- το Plissken είχε φροντίσει και για τις lounge στιγμές, σε (πίσω από τη σκηνή) μπαρ με ντιζάιν αραχτά καθίσματα, διακριτικό φωτισμό και τα σχετικά του.
Η «αυλή» του Ελληνικού Κόσμου επίσης, όλη, με τα περίπτερα για ανεφοδιασμό ηταν ωραία και πρακτικά σχεδιασμένη. Πράγμα όμως που με φέρνει αμέσως σε κάτι που είχα κι από τα προηγούμενα να παρατηρήσω- γιατί ένα καλοκαιρινό φεστιβάλ στην Ελλάδα να μην γίνεται σε ανοιχτό χώρο; Εδώ το κάνουν οι Σουηδοι (ρωτήστε και τους Truckfighters) και οι Καναδοί (ρωτήστε τους Fuckedup) και οι Άγγλοι που γίνονται fucked up με τις βροχές και δεν το κάνουμε εμείς ; Κάποια στιγμη στην αίθουσα των live, προσπάθησα να σκεφτώ πώς θα ήταν αν είχε πολύ κόσμο- και δεν ήθελα να το σκεφτώ, να σας πω την αλήθεια. Λεπτομέρεια; Μπορεί, αλλά είπαμε…οι λεπτομέρειες κάνουν τη διαφορά. Και το Plissken το εφαρμόζει.