Κλασικό παράδειγμα πετυχημένης συνταγής τoυλάχιστον για εκείνους που πιστεύουν στις συνταγές και τις τηρούν κατά γραμμάριο και πάντα τους πετυχαίνει η πάστα-φλόρα: τα καλά, αγνά υλικά είναι το άλφα και το ωμέγα και πάνω εκεί κτίζεις την έμπνευσή σου –συγχαρητήρια. Στα καλά πρώτα υλικά, αλλά και όχι μόνο αυτά, στηρίζεται το Chef, η ταινία που ήταν από τις ταινίες που πολύ εκτίμησα το καλοκαίρι και που οι περισσότεροι που την είδαν, θα σου πουν ότι ήταν «χαριτωμένη». Λοιπόν, είναι περισσότερο από χαριτωμένη- είναι αυθεντική, γευστική, καλό σινεμά, πικάντικο road movie, με πολύ νόστιμο και χορταστικό soundtrack, με απροσδόκητο cast.
Ο Jon Favreau (που τον θυμόμουν και από το επεισόδιο των Friends όταν έκανε εκείνον τον πλούσιο που είχε ερωτευτεί την Μόνικα) έχει γράψει το σενάριο, σκηνοθετεί, πρωταγωνιστεί και, μετά την ταινία, υποθέτω, σίγουρα δηλαδή, φτιάχνει πεντανόστιμα σάντουιτς. Στο μενού εξάλλου βάζουν τη δική τους πινελιά τύποι σαν τον Dustin Hoffman, τις φοβερές ‘μούρες’ John Leguizamo και Bobby Cannavale, την Scarlett Johansson, τη Sofia Vergara, τον Oliver Pratt,τον RobertDowney Jr και τον πιτσιρικά Emjay Antony αφού άλλωστε η Vergara παίζει καλύτερα όταν έχει γιο. Yo?
Από το πολυτελές ρεστοράν όπου εργαζόταν ως διάσημος σεφ, ο Favreau, παίρνει πόδι, όμως εκεί που παραλίγο να τον πάρει από κάτω η κατάσταση, αποφασίζει να πάρει απόφαση να κάνει το δημιουργικό του όνειρο πραγματικότητα και να βγει με καντίνα στους δρόμους. Περνάει έτσι ξυστά και ένα μήνυμα για την κρίση – δηλαδή ότι στις ζόρικες καταστάσεις ο άνθρωπος κάνει νέα αρχή, με τη διαφορά ότι el Jefe (o σεφ) έχει φίλους που τον βοηθάνε, ενώ εμείς εδώ στην κρίση έχουμε «φίλους» που μας πατάνε.
Σπεσιαλιτέ του, πάντως, το Κουβανέζικο σάντουιτς και άλλα τρομερά ‘βρώμικα’ που όχι μόνο τον οδηγούν στο νόημα του καλού φαγητού αλλά και στο νόημα της ζωής γιατί μπορείς να το πεις κι έτσι.
Στο μεταξύ παίζουν μουσικές άπαιχτες με έμφαση στα λατινο-κουβανέζικα, σε soul, blues και καυτερά tex mex ώστε να ταιριάζουν με τη σάλτσα και να ανακατεύονται με την κουλτούρα κάθε πόλης από όπου περνάνε με την καντίνα, Μαϊάμι, Νέα Ορλεάνη, Όστιν και πίσω πάλι Λος Άντζελες. Σημειώνω μουσική από Pete Rodriguez, Wild Magnolias, Al Green, The Martinis, Rebirth Brass Band και άλλους, ενώ εκεί που φτάνουν στο Austin, σε μια σκηνή καταπληκτικού τύπου, παρακολουθούμε και λίγο από λάιβ, τον Gary Clark Jr και την μπάντα του που παίζουν το When My Train Pulls In, και είναι, νομίζω, και μια από τις πιο συναισθηματικές στιγμές της ταινίας.
-Τι άλλο;
Αυτό:
Οι καντίνες ως εξέλιξη του ακαταμάχητου ‘βρώμικου’ είναι η νέα τάση στο φαγητό και όσοι δεν το έχουν καταλάβει ας περιμένουν να κάνει διακοπή ρεύματος για να φάνε στο φως των κεριών. Στο μεταξύ food trucks οργώνουν τους δρόμους, ή απλά έχουν παρκάρει κάπου και μας περιμένουν.
Τα begniets (μπενιέ), γνωστά και σαν τα ντόνατς της Νέας Ορλεάνης είναι λιχουδιά χάρμα, που δεν τσιγκουνεύονται τη ζάχαρη άχνη και όποιος καταφέρει να τα φάει χωρίς να ζαχαρωθεί και να ασπρίσει (εγώ πάντως όχι) θα πάρει βραβείο Μπενιέ, και ίσως αναρτηθεί και το πορτρέτο του στην Γκαλερί Bernier/Eliades. Γιατί είναι κι αυτό μια τέχνη.