Μια μέρα τις προάλλες πέρασε κάτω από το σπίτι ένας πλανόδιος πωλητής με καπέλο – δώρο από κατάστημα καλλυντικών και διατυμπάνιζε την πραμμάτια του: Ωραία Μέτρα, εδώ τα Ωραία Νέα Μέτρα. Από όλα έχουμε. Περάστε κόσμε.
Στην αρχή αναρωτήθηκα αν άκουσα καλά, νόμισα ότι άκουσα Ωραία Πέρκα (ο ψαράς θα ήταν, σκέφτηκα) και Ωραία Πέτρα (τι πέτρα;) και έστησα αυτί, αλλά φώναζε πράγματι Ωραία Μέτρα και διαφήμιζε το εμπόρευμα: Ωραία Μέτρα και έχω Φρέσκο Ασφαλιστικό, να τρώει η μάνα και στο παιδί να μην δίνει.
Να τρώει; Και να μην δίνει; Πόσο ωραία δηλαδή;
-Κοπιάστε γρήγορα….Γιατί σε λίγο δεν θα έχει. -Εσύ (κοιτάει εμένα). Θέλεις Ωραία Μέτρα;
Του έκανα νεύμα «μπα-δε θέλω» αλλά εκείνος έκανε πως δεν άκουσε και άπλωσε τα Ωραία Νέα Μέτρα στην καρότσα και, από περιέργεια, κατέβηκα να δω και χωρίς να το καταλάβω με το έτσι και το αλλιώς και το αλλιώτικο πήρα κάτι μέτρα που είχαν περισσέψει, λίγο στενά ως πολύ στενά και όποιος αντέξει.
Στο καπάκι έμαθα ότι αλλαγές δεν γίνονται και ότι έτσι-ασφυκτικά στενά-θα φορεθούν φέτος. Αμάν πια. Και όπως κοιτούσα και τις βιτρίνες γύρω μέχρι που και το window shopping κατέβασε κι αυτό ρολά, πολύ δεύτερο προϊόν παρατήρησα ότι κυκλοφορούσε και πολλή κουρελαρία και αράχνη και παλιά δαντέλα, που ξεροκατάπια και είπα: από πού φυσάει και κάνει τόσο ρεύμα ρε παιδιά ;
Εδώ θα νομίσεις ότι τελειώνει η ιστορία. Αλλά όχι. Συνεχίζεται.
Ο πλανόδιος πέρασε ξανά, μετά από λίγες μέρες συγκεκριμένα, και είχε πάνω στην καρότσα ανθρώπους που φανερά δεν ήταν καλά, εξαντλημένους, ξέπνοους, λιπόθυμους και μερικούς που είχαν φύγει ήδη για να βρουν τους πολλούς και κάποιους που είχαν φύγει και είχαν επιστρέψει μήπως και είχε γίνει κάποιο λάθος.
-Τι έγινε; Τι συμβαίνει; Τι είναι αυτά; -ρωτάω.
-Είναι τα Ωραία Νέα Μέτρα φορεμένα, απαντάει.
Άρχισα να παίρνω βαθιές ανάσες, που λένε ότι βοηθάνε, αλλά δεν βοηθάνε και τόσο πολύ.
Ακούστηκε τότε ένα γέλιο, ένας ορυμαγδός και μια μικρή καραμούζα. Αν δεν κάνω λάθος και ένα “μπαμ” και μετά τίποτε. Ησυχία.
Θα νομίσεις ότι εδώ τελειώνει η ιστορία. Αλλά και πάλι δεν τελειώνει εδώ.