Fuck. Τίποτε δεν ξέρεις. Τίποτε δεν βλέπεις, εκτός και αν φοράς τα γυαλιά που μπορούν να βλέπουν βαθιά, από πίσω, από μέσα, στα βαθύτερα, πιο κάτω, στο dead end. Δεν είμαστε ήρωες της Marvel. Ή είναι όλα πολύ καλά κρυμμένα. Ή ο κόσμος είναι η μεγαλύτερη απάτη που υπήρξε ποτέ – που είναι, αυτό είναι σίγουρο.
Fuck.
Έστυβε από τις μέρες τους καλύτερους χυμούς, ταξίδευε τον κόσμο, άνοιγε ορίζοντες, ζούσε τη στιγμή (έτσι φαινόταν), έγραφε μοναδικά, έβρισκε χαρά, σε ένα πρόσωπο, σε λίγο πιπέρι, στη σάλτσα που δοκίμασε σε κάποιο χωριό της Καταλονίας, στον δρόμο, έτσι χωρίς πρόγραμμα, στη μουσική, στους Stooges (ίσως είχε και λίγο Joe Strummer μέσα του) στο μπέργκερ της καντίνας και στην παρέα που θα το μοιραζόταν μαζί – βουτηγμένος ως το κεφάλι στη ζωή. Τhe real thing. Εκατομμύρια έτη φωτός από ο,τιδήποτε ψεύτικο και υποκριτικό. Δεν έμοιαζε με κανέναν. Ανοιγόκλεινες τα μάτια_και όμως υπήρχε.
Fuck. Ανοιγοκλείνεις τα μάτια. Και έχει φύγει.
Στην επιφάνεια εργασίας, στο φάκελο Αnthony Bourdain μάζευα κείμενά του και βίντεο.
Κάποια στιγμή, όχι τώρα, θα ανοίξω και πάλι να διαβάσω. Έχει πει πράγματα άλλωστε που τα θυμάσαι, σαν εκείνο το μικρό σπέσιαλ συστατικό που βάζει η μάνα στο φαγητό, που σου το είπε μια φορά και δεν το ξέχασες ποτέ.