Σε μια, το πολύ δυο ώρες, άντε πριν το μεσημέρι, δηλαδή να μην μας πιάσει η νύχτα, να έχουμε φύγει από Νέα Υόρκη, να έχουμε βγει στο δρόμο. Αυτά συμφωνήσαμε και πιάσαμε βόρεια στο Μανχάταν, προς Χάρλεμ.
Εντάξει. Κι ας μην το πιστεύεις. Ανεβαίναμε παράλληλα με το πάρκο και όσο πύκνωναν τα κτίρια, τα άκουγα να μιλάνε.
Ιστορίες του Χάρλεμ και τέτοια. Οι δρόμοι, η νύχτα, τα boomboxes. Το αμάξι χορεύει, ή θα μπορούσε ξέρω’ γω. Πάνω-κάτω. Με ρυθμό.
Και στρίβουμε δεξιά – πιο νωρίς από ότι το φανταζόμουν εγώ, λες και ήξερα. Και να σου φρένο μπροστά στο Apollo – live at the Apollo και μια ανατριχίλα.
Πιάνω το κινητό κι αρχίζω τις φωτό. Δηλαδή τι να’ κανα; Εδώ έχουν πατήσει οι σόλες του μεγάλου… και έχουν πετάξει σπίθες τα τακούνια της φοβερής και τρομερής. Από εδώ ο James Brown, από εκεί η Aretha. Και εγώ με τα αθλητικά μου, στο ίδιο το πεζοδρόμιο κάτω από τον ήλιο, ντάλα μεσημέρι. Στο Harlem.
Είναι κλειστό το θέατρο, αλλά δεν έχουμε και ώρα.
–Πιάσε λίγο άκρη όμως να πάρουμε δυο φρούτα, κάτι για μετά.
Σοφόν και πρέπον.
Και περπατάω, σα να ξέρω και που πάω και φοράω και το ωραίο το τισέρτ το Bob Marley. – Και έρχεται από απέναντι ο τύπος και κοντοστέκεται και δείχνει τον Μarley στο τισέρτ και λέει hey he ‘s my brother! Kαι του λέω κι εγώ – my brother too και ακουμπάει το χέρι του στην καρδιά του, love του τύπου, και συνεχίζει το δρόμο του.
Ε, και από τότε, λέω, έχω έναν φίλο στο Χάρλεμ, που ούτε ξέρω ποιος είναι, πού πήγαινε, αν ήταν από το Χάρλεμ (90% ήταν) και ούτε που θα τον ξαναδώ ποτέ…αλλά και ποτέ δεν ξέρεις.
Μετά φύγαμε.
Μπήκαμε στο αμάξι. Και πιάσαμε να διασχίσουμε το Μανχάταν, προς τα κάτω τώρα. Και να πάρουμε και μια γεύση, έτσι στο φεύγα, από θάλασσα, κάνε και λίγο αριστερά – έχει αντίρρηση κανείς; Όχι δα- και να αφήσουμε τη Νέα Υόρκη πίσω. Piece of cake. Εκεί χαθήκαμε.