Μια φορά, δεν το θυμάμαι εγώ, η μάνα και ο πατέρας μου το έλεγαν. Μια φορά λέει, σηκώθηκα μεσ’ τον ύπνο μου, πήγα στο σαλόνι, κάθισα στον καναπέ και έδωσα παράγγελμα: “παρέλαση κανονική“.
Είχα πυρετό. Πολύ. Και παραισθήσεις ποιος ξέρει.
Το εξήγησα αργότερα το περιστατικό. Ως τραυματική παρελασιακή εμπειρία.
Στο Δημοτικό, καλή μαθήτρια ήμουν, καλή μεν, κοντή δε, συμβαίνει, that’s life, who cares? Καλά περνούσα. Και καθόλου δεν με πείραζε που τα ψηλά παιδιά κρατούσαν τη σημαία. Μια μέρα εκεί που κάναμε πρόβες (άλλο και εκείνο!) μας φώναξαν τις καλές πλην κοντές, – να πάτε μπροστά, μας είπαν, δίπλα στη σημαία. Δίπλα; Ναι εκεί. Οι ψηλές πίσω. Για δες.
Το‘πα στη μάνα. Είχα τις υποψίες μου. Όχι παιδί μου, είπε η μάνα , αλλά οι καλοί πρέπει να ανταμείβονται.
Και οι Beatles , παρέλαση , δεν έκαναν;
Και αν πέσει το κοντάρι;
Και αν φυσήξει και πάρει τη σημαία; Και αν στραβοπατήσω και πέσω και έρθουν οι άλλοι μετά και με πατήσουν; Είχα αρχίσει να λέω και τέτοια. Γιατί, αν θέλουν να μας ανταμείψουν (έλεγα) ας με αφήνουν να φεύγω νωρίτερα να προλαβαίνω το Star Trek (ο καημός μου) αφού έτσι κι αλλιώς το σχολικό περιμένουμε.
Παρελάσαμε πάντως,
«πρώτη μούρη στο Καβούρι» που λένε (έχω και φωτό – δεν την ανεβάζω –χε χε!- παρότι οι φωτό μαζεύουν τα likes, who cares πάλι), μετά χώρισαν ευτυχώς οι δρόμοι μας με τις παρελάσεις. Αν και τόσα χρόνια μετά, αυτές εκεί έξω στους δρόμους είναι.
Και έρχονται και σκάνε και τα άλλα με τους “άριστους” και τα “πρώτα θρανία” και τα ακούω από δω και τα ακούω από εκεί, πυρετός θα είναι πάλι, φαντάζομαι ότι τ΄ακούω, αλλά δεν είναι.
Και τότε τι; Και τότε ρίξανε τον κλήρο…Πάμε για ακόμη ένα γύρο.
Mαζέψτε τις παρελάσεις να βγούμε στις πλατείες. Γιατί έχει αρχίσει να φυσάει επικίνδυνα.