Για κάποιο λόγο θυμάμαι ακόμη εκείνο που είχα ακούσει κάποτε για τον Ιρλανδικό αγώνα από τα 70ς, ότι εκεί που πας να καταλάβεις το ζήτημα, οι Ιρλανδοί το αλλάζουν. Κάτι τόσο ασαφές που κι εγώ δεν κατάλαβα γιατί μού είχε μείνει στο μυαλό, ίσως επειδή όσο πιο πολύ καταλαβαίνεις τα πράγματα, τόσο πιο ακατανόητα φαίνονται. Προφανώς και είναι.
Οι ταραχές στα 70ς, 80ς στη Βόρεια Ιρλανδία, τα βρετανικά στρατεύματα, ο IRA, οι βόμβες, τα αιματηρά γεγονότα, το Μπέλφαστ, το Λονδίνο, οι ειδήσεις. Η πολιτική και η προπαγάνδα, οι επικίνδυνοι δρόμοι, οι γειτονιές των Καθολικών και των Προτεσταντών, o φανατισμός. Η σιωπή που απλωνόταν πιο παγωμένη από τις πιο κρύες νύχτες.
Και ξαφνικά μέσα στη νύχτα
χτυπάει άγρια η πόρτα και ορμάνε στο σπίτι κάποιοι (που δεν ξέρεις, αλλά ίσως και ξέρεις) και αρπάζουν βίαια τη μάνα σου. Και μένουν δέκα παιδιά μόνα τους, κοκκαλωμένα με το τι έχει συμβεί μπροστά στα μάτια τους και θα είναι αυτή η τελευταία φορά που βλέπουν τη μάνα τους ζωντανή. Έτσι – με την γνωστή ιστορία της αρπαγής της Jean McConville – ξεκινάει το Say Nothing, το πρώτο από τα εννιά επεισόδια της σειράς. Που βασίζεται στο βιβλίο του Patrick Radden Keefe (2018).
Κεντρικό πρόσωπο η Dolours Price (Lola Petticrew) που μαζί με την αδελφή της Marian ( Hazel Doupe) πίστεψαν στον αγώνα για μια Ιρλανδία ελεύθερη,
στρατολογήθηκαν, πάλεψαν, έπαιρναν εντολές και τις εκτελούσαν, οδηγώντας μέσα στη νύχτα, η Dolours μεταφέροντας ανθρώπους εκεί στις ερημιές που τους περίμεναν να τους εκτελέσουν.
Οι δυο αδελφές συλλαμβάνονται για τις βόμβες στο Λονδίνο και φυλακίζονται και μετά από την απεργία πείνας – στην οποία η σειρά αφιερώνει μεγάλο μέρος – μεταφέρονται πίσω στην Ιρλανδία. Κάποια πράγματα στο μεταξύ έχουν αλλάξει ως προς το πώς τα δυο κορίτσια βλέπουν τον αγώνα και την θέση τους μέσα σε αυτόν.
Ποιοι είχαν συνεργαστεί με τους Άγγλους, ποιοι ήταν απλά θύματα, ποιοι ήταν οι προδότες και ποιοι βρέθηκαν στο λάθος σημείο τη λάθος ώρα.
Ο Gerry Adams (Josh Finan), αμφιλεγόμενη από νωρίς φιγούρα που ποτέ δεν παραδέχτηκε ότι ήταν μέλος του IRA (η φράση περνάει από την οθόνη στο τέλος κάθε επεισοδίου) κάνει πολιτική και καριέρα με το Sinn Fein αφήνοντας τους παλιούς συναγωνιστές να νοιώθουν προδομένοι και να πνίγονται στην οργή και τον θυμό που συσσωρεύεται. Παρακολουθούμε τον Brendan Hughs ή Dark (Anthony Boyle) και την Dolours έχοντας στην πορεία τους θυσιάσει τα πάντα, να μην ξέρουν πώς να αντιδράσουν. Με ποιο τρόπο να πουν την αληθινή ιστορία, πώς να μην χαθούν τα ίχνη τους.
Παράλληλα ξετυλίγεται η άλλη ιστορία,
μέσα από την αγωνία των παιδιών της McConville που αναζητούν μια άκρη στην εξαφάνιση της μητέρας τους, ψάχνοντας να βρουν τουλάχιστον πού βρίσκεται θαμμένη ώστε να κάνουν μια κανονική κηδεία. Πολλές τέτοιες θλιβερές ιστορίες ξεθάβονται ακόμη από τις ακτές.
Μέσα από τις κουβέντες και τις συνεντεύξεις ειπώθηκαν πολλά που βγήκαν στην επιφάνεια όταν πια αρκετοί από τους πρωταγωνιστές είχαν φύγει από τη ζωή.
Ωστόσο η Ιστορία είναι ακόμη πολύ νωπή και το Say Nothing πετυχαίνει αυτό – να μεταφέρει την εποχή, να δείξει ανοιχτά τις πληγές, τις πιο άγριες στιγμές και εφιάλτες της διχασμένης Ιρλανδίας, τις στοιχειωμένες ζωές. Χωρίς να καταδικάζει τον αγώνα, σε μια εποχή σαν τη σημερινή που η αδιαφορία, η συγκατάβαση και η αδράνεια μάς ‘παραδίδουν’ ακόμη πιο εύκολα λεία στα χέρια του εχθρού.